Η καλύβα του Παππού: 5 Ιουν 2007

5 Ιουν 2007

Μια ανάσα καθαρού αέρα...

...μια και μετά τις μοντερνιστικές "σούπες", είπα να αναφερθώ σε κάτι αλλιώτικο.


Δωρικό, τραχύ, ακατέργαστο, λερωμένο. Αλλά λάμπει, όπως το μαυρισμένο ασήμι.

Φωτεινό κι αληθινό.
Όπως λεει ένας φίλος, τονίζοντας τον κάθε φθόγγο, " α ν θ ρ ώ π ι ν ο ".
Όχι "ανοιγοκλεισίματα του ματιού", τιμώμενα 50 Ευρώπουλα -κατ' ελάχιστον- και παπαριές...

Ήμουν φοιτητής σαν ανακάλυψα το ρεμπέτικο - το συνηθίζουν, δεκατείες τώρα, πλείστοι όσοι εν Ελλάδι άρρενες φοιτητές. Πήρα κι ένα -άθλιας κατασκευής- μπαγλαμαδάκι. Για χρόνια έπρηζα καλοπροαίρετους φίλους, με το "Μπουζούκι μου Διπλόχορδο" του Μάρκου (ο γάτος της μάνας μου, πιο άμεσος και ειλικρινής, αν τύχαινε να βρίσκεται στο δωμάτιο με τον φέρελπι μουσικό, νιαούριζε με εμφανή τον εκνευρισμό του δυο-τρεις φορές και μετά αποχωρούσε).

Μετά, αγόρασα ένα σάζι. Εκεί, τα πήγα κάπως καλύτερα - ο γάτος, πάντως, συνέχισε να αντιδρά ομοίως.

Πάνε χρόνια που δεν μπορώ ν' ακούσω πια ρεμπέτικα μόνος μου, αλλά μόνο σε παρέα - δεν γράφτηκαν, άλλωστε, για να τ' ακούς μοναχός.

Αλλά φωνές σαν αυτήν παρακάτω.... Όλο έλεγα, χρόνια, να ψάξω να το βρω το βιβλίο, ν' αφουγκραστώ τι έχει άραγε να μου πει, και μια δεν κυκλοφορούσε πια, μια εγώ ξεχνιόμουνα.
Τό 'βρα σ' ένα βιβλιοπωλείο προ καιρού, ψάχνοντας γι' άλλα πράματα.
Ζεσταίνεται η καρδιά με κάτι τέτοια.



"Τράβηξε η καρδιά μου να γράψω την ιστορία μου. Θέλω να την ιδώ γραμμένη και να τη διαβάσω απ’ την αρχή ώς το τέλος σα να ήταν κάποιου άλλου. Πιστεύω πως έτσι θα ξεθυμάνει το φούσκωμα της καρδιάς που μου σταλάξανε τόσα πολλά και διάφορα, τέτοια που ο καθένας δεν θα ήθελε να τα ’χει στη δική του την ιστορία. Έχω σκοπό να δημοσιέψω κιόλας την ιστορία μου.

H χριστιανή που μου κάνει το γραμματικό λέει πως οι πρώτοι χριστιανοί ξεμολογιόντουσαν δυνατά, μπρος σε όλο τον κόσμο, κι όλος ο λαός τούς συγχωρούσε και ξαλάφρωναν για καλά. Όμως τώρα ο κόσμος είναι χαλασμένος και ξέρω πως σήμερα θα βρεθούνε πολλοί που θα σκεφτούνε πως έπρεπε να ντραπώ να ομολογήσω πολλά πράγματα. Eγώ θα πάρω το θάρρος τούς τέτοιους να μην τους λογαριάσω. O άνθρωπος, για να λέγεται αληθινός άνθρωπος, πρέπει να μπορεί νά ’ρθει και στη θέση του άλλου, του ομοίου του. Γιατί απ’ όσα θα σας πω και τα παθήματα και τα φταιξίματα ίδια είναι. Kαι τα φταιξίματα είναι κι αυτά παθήματα.

Δεν εγεννήθηκα κακός ούτε σκέφτηκα ποτές μου να φχαριστηθώ άμα λυπηθεί ο άλλος. Δεν εγεννήθηκα κακός, ούτε για να ζήσω τη ζωή μου όπως την έζησα. Kαι γι’ αυτό παίρνω το θάρρος να εκθέσω τα αμαρτήματά μου στον κόσμο. Σε έναν κόσμο που εγώ πρώτος τού τραγούδησα τις χαρές και τις λύπες του, τα πλούτη και τη φτώχεια του, την ορφάνια του και την ξενιτιά του.

Aυτός ο κόσμος θέλω να γίνει ο εξομολόγος μου και πιστεύω ότι όλοι αυτοί για τους οποίους έχω γράψει και γράφω μα και θα γράφω εκατοντάδες τραγούδια, θα με συγχωρέσουν, μια και αυτός είναι ο σκοπός της περιγραφής και εξιστορήσεως της ζωής μου, δηλαδή η συγγνώμη και η συγχώρεση. Γι’ αυτό όσοι θα διαβάσετε την ιστορία μου, φίλοι ή ξένοι, γνωστοί ή άγνωστοι, και μάλιστα οι γνωστοί μου, να ’ρθείτε και να μου σφίξτε το χέρι και να μου πείτε ένα ανοιχτόκαρδο γεια σου. "

Από την Αυτοβιογραφία του Μάρκου Βαμβακάρη, εκδ. Παπαζήση (οι υπογραμμίσεις δικές μου)