Η καλύβα του Παππού: 3 Δεκ 2007

3 Δεκ 2007

Χρόνια καλά, αγαπητέ κύριε Διονύση


Αρχές Δεκέμβρη, 1944.


"... με μια μοτοσυκλετα του ΕΛ.Α.Σ." η ετοιμόγεννη μάνα του μεταφέρεται για να γεννήσει.


Έτσι γεννήθηκε στη Σαλονίκη.


Χειμώνας '86-'87. Χάρη σε έναν αδελφικό φίλο, αρχίζω να παρακολουθώ την εκπομπή "ΖΗΤΩ ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ". Ακολουθούν οι δίσκοι, γραμμένοι σε κασέτες από φίλους και συμμαθητές. Ξυπνάω και κοιμάμαι με το κασετόφωνο να παίζει Σαββόπουλο εκείνα τα χρόνια - οι γονείς μου πρέπει μάλλον να δοκιμάστηκαν.


Πρώτη φορά τον βλέπω ζωντανά στο επίμαχο πρόγραμμα "Το Κούρεμα". Τσαντίζομαι με δεξιούς συγγενείς που σπεύδουν ν' αγκαλιάσουν το Σαββόπουλο και τη "στροφή" του. Ανάθεμα κι αν καταλαβαίνουν τίποτα.


Στα χρόνια που ακολουθούν, τον βλέπω ζωντανά τουλάχιστον δεκαπέντε φορές ακόμα. Θυμάμαι ως ένα από τα καλύτερα προγράμματα που παρακολούθησα ποτέ, το "Σαββόραμα" στο Μέγαρο Μουσικής - κι ως ένα από τα πιο φτωχά του, τις κοινές εμφανίσεις με τον Πάριο στο Ρεξ. Aλλά είναι άλλη εμπειρία η ζωντανή του παρουσία, όπως και νά 'χει.


Καβγάδες, διαφωνίες πολύωρες με συμφοιτητές, όπου εγώ έπαιρνα πάντα το ρόλο του υπερασπιστή του Σαββόπουλου. Α, ναι, υπήρξα "fan".


Υπήρξε εποχή που μπορούσα να τραγουδήσω όλους τους "Αχαρνής", μαζί με τις παρλάτες - από τους σπουδαιότερους δίσκους του. Στα λεωφορεία, κι αργότερα στις σκοπιές στο στρατό, μέτραγα την ώρα τραγουδώντας από μέσα μου το "Μακρύ Ζεϊμπέκικο για το Νίκο"(Κοεμτζή) - δεκατέσσερα λεπτά τραγούδι, ανατριχιαστικό κι ένα από τα σπουδαιότερα που έγραψε ποτέ.




Για τον έφηβο που υπήρξα κάποτε, ο Σαββόπουλος υπήρξε ίνδαλμα, είδωλο, έρωτας. Ο καλλιτέχνης που πάντα ήθελα να γνωρίσω από κοντά.


Όταν παρουσίαζε τα τραγούδια που αργότερα αποτέλεσαν το "Μην πετάξεις τίποτα", στο ραδιόφωνο, του έστειλα ένα γράμμα - συναισθηματικό, εφηβικό, αλλά αρκετά αγαπησιάρικο και δίκαιο, θαρρώ. Απάντησε από τον αέρα - έχω ακόμα την κασέτα της εκπομπής, χάρη σε μια καλή φίλη που την είχε ηχογραφήσει. Επικοινωνήσαμε τηλεφωνικά, μα δε βρεθήκαμε ποτέ.


Άλλο στιγμιότυπο: Όταν παρουσίαζε τα τραγούδια από το "Μην πετάξεις τίποτα" στα "9/8" της Λεωφόρου Αλεξάνδρας, κάπου δώδεκα χρόνια πριν, πάμε με άλλους δύο φίλους στα καμαρίνια μετά το τέλος του προγράμματος. Συζητάμε μαζί του γύρω στη μιάμιση ώρα, και την άλλη μέρα διαπιστώνουμε με τρόμο και αγανάκτηση ότι δεν θυμόμαστε σχεδόν τίποτε - ήμαστε στουπί.



Τα χρόνια περνούν, ο χρόνος δε χαρίζεται σε κανέναν. Δεν είμαι πια έφηβος και δεν θαυμάζω έτσι εύκολα πια, ούτε εξιδανικεύω.

Ξέρω πως το ίνδαλμα των δεκάξι μου χρόνων κουβαλά αδυναμίες πολλές. Ξέρω για το δύσκολο του χαρακτήρα του, για το ναρκισσισμό του, τις παλινωδίες του. Ξέρω, πως αν βρισκόμασταν κλειδωμένοι σ' ένα δωμάτιο, ίσως να τρώγαμε τα μουστάκια μας. Αλλά τον αγαπάω - όσο μπορεί κανείς να αγαπά κάποιον με τον οποίον έχει σχέση μόνο δια της τέχνης, αν κάτι τέτοιο λογίζεται για σχέση. Και δεν είμαι πια τόσο πουριτανός, όσο κάποτε. Ξέρω πόσο αντιφατικά πλάσματα είμαστε οι άνθρωποι, δεν αξιώνω από το δημιουργό να είναι όπως τον έπλασε η φαντασία κι οι προβολές μου, κι ούτε αμφιβάλλω για την αλήθεια του έργου, όταν έρχονται στο φως οι αδυναμίες του καλλιτέχνη.

Η σχέση μου με το έργο του Σαββόπουλου με πλούτισε. Πέρα από το ότι στάθηκε καθοριστική για το πώς αντιμετωπίζω το τραγούδι -τι προσέχω, τι ζητάω, τι περιμένω- στάθηκε και αφορμή για σπουδή σε λειτουργίες της τέχνης που θεωρώ μυστηριακές.

Σκέπτομαι πόσο μαγικό πράγμα είναι αυτό το "τεχνητό φως", όπως ονόμασε την τέχνη ο ίδιος ο Σαββόπουλος στο εξαίσιο "Το φως στις δέκα το πρωί". Πόσο αποκαλύπτει την πολυπλοκότητα και τις αντιφάσεις μας. Πόσο υπέροχο και σωτήριο είναι το έργο που επιτελεί, καθώς φέρνει στο φως τα μύχια της ψυχής μας και δίνει μορφή σ' εκείνα που αφουγκραζόμαστε μυστικά. Πόσο καίρια είναι, για ανθρώπους με αδυναμίες και αναπηρίες, όπως ο Διονύσης Σαββόπουλος, όπως εγώ.

Ναι, τα χρόνια περνούν. "Ο χρόνος ο αληθινός είναι ο γιος μας ο μεγάλος κι ο μικρός" - η σχέση αποκαλύπτει την ουσία, κι ό,τι μένει απ' το αδυσώπητο κύλημα του καιρού, είναι κάποιες στιγμές αποκαλυπτικές της αλήθειας μας. Κάμποσες από αυτές τις στιγμές μου ταυτίστηκαν με τραγούδια του Σαββόπουλου.

Ο Σαββόπουλος δε γράφει πια, κι είναι μάλλον οριστικό. Ο ίδιος έχει πει πως τώρα πια του μένει να μάθει να σηκώνει τον εαυτό του μ' όλο του το χάλι, και πως όλα εκείνα που τραγούδησε, όσο σημαντικά κι αν είναι, από ένα σημείο και έπειτα είναι παραπειστικά κολπάκια, για να αποφευχθεί ακριβώς αυτό.

Εύχομαι να το καταφέρει, και τα χρόνια που έχει μπροστά του να είναι φωτεινά.

Σημείωση: Το βιβλίο "Διονύσης Σαββόπουλος - Ποιητική, Παράδοση, Πνεύμα" του Δημήτρη Καράμπελα, είναι το βιβλίο που θα ήθελα να είχα γράψει εγώ για το έργο του Διονύση Σαββόπουλου. Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις "Μεταίχμιο".