Η καλύβα του Παππού: 3 Ιαν 2009

3 Ιαν 2009

Γέννησε η μαρτυρική Μέση Ανατολή έναν Γιάσερ Αραφάτ, αγωνιστή, άνθρωπο-σύμβολο, που έχει ήδη καταχωρηθεί στα βιβλιά της Ιστορίας- μεταξύ άλλων, γιατί κλώτσησε ευκαιρίες σημαντικών συμβιβασμών και εκμεταλλεύτηκε την αγωνία και τον καημό των ανθρώπων του, τάζοντάς τους εκείνα που, ήξερε καλά, δεν ήταν και δεν θα ‘ναι δυνατόν να γίνουν πράξη ποτέ: Πρωτεύουσα του παλαιστινιακού κράτους, να είναι η Ιερουσαλήμ.

Γέννησε έναν Αριέλ Σαρόν, άνθρωπο που έχει περάσει στα κατάστιχα της Ιστορίας σαν «Χασάπης», ήδη από τα χρόνια του ’80, όταν ήταν Υπουργός Άμυνας του Ισραήλ και βοήθησε τους Λιβανέζους Φαλαγγίτες στις φρικτές σφαγές της Σάμπρα και της Σατίλα.

Γέννησε πολλούς, που βαδίζουν στα ίδια χνάρια. Κι ακόμη περισσότερους, κι από τις δυο πλευρές, που τα ονόματά τους δεν θα καταγραφούν σε κανένα ιστορικό εγχειρίδιο – είναι γιατί οι καημοί και οι πόθοι, τα δάκρυα κι η αγωνία των απλών ανθρώπων, που δεν έχουν αξιώματα και τίτλους, δεν ενδιαφέρουν αρκετά, ώστε να αξίζουν μια μνεία στα ιστορικά εγχειρίδια.

Κι αυτοί, οι πολλοί, είναι μπλεγμένοι σ’ έναν ατέλειωτο φαύλο κύκλο από αίμα και βία, έρμαια της απόγνωσής τους και των φαντασιώσεων δύναμης και μεγαλείου του κάθε μικρού ή μεγάλου πολέμαρχου- κι υπάρχουν πολλοί τέτοιοι, που δεν βρίσκουν καλύτερο απ’ τον πόλεμο: Χάρη σ’ αυτόν υπάρχουν και είναι κάποιοι.

Στο έξοχο βιβλίο «From Beirut to Jerusalem», ο Thomas L. Friedman, Αμερικανοεβραίος δημοσιογράφος, που έζησε από κοντά τον εμφύλιο του Λιβάνου, αναφέρει το παρακάτω αποκαλυπτικό γεγονός:

Η Βηρυττός, ρημαγμένη, χωρισμένη στα δυο, κάθε βράδυ κοιμάται ανήσυχο ύπνο, που τον ταράζουν οι ρίψεις όλμων κι απ’ τις δυο μεριές.

Μετρά ήδη εννιά χρόνια σπαραγμού, κι οι κάτοικοι δεν το αντέχουν άλλο. Οργανώνουν μια μεγάλη πορεία ενάντια στον πόλεμο, διεκδικώντας να πάρουν πίσω τη ζωή τους και την πόλη τους.

Το βράδυ πριν την πορεία, η Βηρυττός συγκλονίζεταιε από τις εκρήξεις μιας λυσσαλέας ανταλλαγής όλμων, τόσο που με λύπη οι οργανωτές αποφασίζουν να ματαιώσουν την πορεία. Μόνο δυο φανταράκια του Λιβανικού στρατού εμφανίζονται τηνεπομένη στην αφετηρία, δεν έμαθαν τα της ματαίωσης.

Το ίδιο βράδυ, η πόλη θα γνωρίσει ίσως την πιο ήσυχη νύχτα που είχε ζήσει καθ’όλη τη διάρκεια του εμφυλίου-χωρίς να έχουν συνεννοηθεί, οι εκατέρωθεν πολέμαρχοι μοάζουν να συμφωνούν στο ότι ο στόχος έχει επιτευχθεί και ότι τίπτε δεν απειλεί το status quo του πολέμου, που τους είναι τόσο απαραίτητος.

...................................

Τα λεβεντόπαιδα της Χαμάς και της Χεζμπολλάχ, αλλά και τα ισραηλινά νεγκατίφ τους, κλεισμένοι στα κοστούμια και τις στολές με τα παράσημα, υπάρχουν, επιβεβαιώνονται, εκλέγονται σε θέσεις εξουσίας, χάρη στη βία και τη σφαγή. Δεν θ’ αφήσουν εύκολα να ειρηνεύσει ο τόπος.


Στην τωρινή συγκυρία, με δεδομένο το άνισο της σύγκρουσης, το Ισραήλ παίζει αυτό το ρόλο του θύτη. Στο κάτω-κάτω, δεν κατάφερε η Χαμάς να γίνει η εκλεγμένη κυβέρνηση των Παλαιστινίων της Γάζας από μόνη της – οι ισραηλινές ακρότητες, οι εποικισμοί, το τείχος, ο συνεχιζόμενος αποκλεισμός, όλα ήταν βούτυρο στο ψωμί των ηγετών της.

Κι όσο κι αν δεν έχω καμμιά αμφιβολία για το τι θα έπρατταν οι μάγκες της Χαμάς αν είχαν τη δύναμη πυρός των Ισραηλινών, η ανισότητα της σύγκρουσης δεν παύει να σοκάρει και να βάζει σε σκέψεις για το τι τελικά έχει κατά νου η Ισραηλινή ηγεσία. Ίσως να έχουν αποφασίσει από καιρό να εφαρμόσουν κάποιου είδους «Τελική Λύση».

Αυτά, όμως, είναι γνωστά. Αυτό που με βασανίζει εμένα, είμαστε εμείς, εμείς και οι διαμαρτυρίες μας.

Tη στιγμή αυτή, οι διαμαρτυρίες για την Ισραηλινή βία είναι επιβεβλημένες. Όσο κι αν το ζητά ο ψυχισμός μας, όμως, σχηματικοί "καλοί" και "κακοί" δεν θα βρεθούν, τέτοιοι όπως τους έχουμε ανάγκη για να κοιμόμαστε ήσυχοι και να μη βλέπουμε πως όλοι είναι δυνατόν -και συχνά εύκολο- να γλιστρήσουμε στην κτηνωδία. Δεν βλέπω να έχουμε την ωριμότητα να καταδικάσουμε τη βία και τις ακρότητες της άλλης πλευράς, ακόμα κι ότανπρόκειται για τυφλά χτυπήματα, επιθέσεις αυτοκτονίας σε λεωφορεία και μπαρ.
Άραγε, γιατί; Η βία του Ισραήλ και η βία των Χαμάς, Χεζμπολλάχ, κλπ, διαφέρουν ποσοτικά- κι αυτό έχει τη σημασία του. Ποιοτικά, πόσο διαφέρουν;

Δεν θα είμαι politically correct: Εμείς… όπως είμαστε αντι-αμερικανοί, έτσι είμαστε κι αντι-Ισραηλινοί, εδώ και πολλά χρόνια- αυτά τα δυο πάνε μαζί, άλλωστε.

Οι συλλογικοί μας μύθοι, και οι ποικίλοι ιστορικοί μας εθισμοί, μας το επιβάλλουν. Τη στάση μας, των απλών πολιτών, συχνά καθορίζουν τα πάσης φύσεως απωθημένα μας, ή τα εξαρτημένα αντανακλαστικά μας- κι ας το παραδεχτούμε: στον τρόπο που σκεπτόμαστε υπάρχει ένας καλά ριζωμένος αντισημιτισμός, που δεν αφορά μόνο τον κ. Καρατζαφέρη και την παρέα του, αλλά ακόμα και τους παρ’ ημίν προοδευτικούς (τα πιθανά εισαγωγικά τα αφήνω στη διακριτική ευχέρεια του αναγνώστη).


Και διερωτώμαι: όταν η στάση μας απέναντι στη βία είναι προϊόν σχετικισμού, όσο δεν καταδικάζουμε τη βία γενικώς και ανεξαιρέτως, από όπου κι αν προέρχεται, συμβάλλουμε άραγε στη λύση της τραγωδίας; Ή μήπως το αντίθετο;

Φοβάμαι πως έτσι συμβάλλουμε στη διαιώνιση της φρίκης. Όντας έτοιμοι να δικαιώσουμε τις ακρότητες στις οποίες προβαίνει ή θα προβεί η πιο αδύναμη πλευρά της σημερινής σύγκρουσης, συμμετέχουμε στην προετοιμασία της αυριανής αντιστροφής της, όταν τα σημερινά θύματα ή ίσως οι κληρονόμοι τους - γνήσιοι ή ψευδεπίγραφοι, ειλικρινείς ή κάπηλοι μου είναι αδιάφορο - θα έχουν τη δύναμη να ξεπληρώσουν - και με τόκο- τη βία του σήμερα. Φοβάμαι πως θα έχουν υιοθετήσει τον κυνισμό, τη ρητορική και την αγριότητα των σημερινών διωκτών τους.