Η καλύβα του Παππού: 12/01/2007 - 01/01/2008

21 Δεκ 2007

Καλά Χριστούγεννα!

Δευτέρα πρωί, πετάμε για Μόναχο.
Μπρρρρ!!! Οι θερμοκρασίες είναι αρκετά χαμηλές εκεί, οπότε ο Πάππος θα λανσάρει τη μόδα "Κρεμμύδι".

Επιστρέφουμε ανήμερα Πρωτοχρονιά, με πλούσιο φωτογραφικό υλικό, αν όλα πάνε καλά.

Εύχομαι Καλά Χριστούγεννα σε όλους. Να τα περάσετε καλά, παρέα με εκείνους που αγαπάτε.

Κι αν οι γιορτές δεν σας πάνε, αν σας ρίχνουν, αν η κυρίαρχη "καταναλωτίλα" σας προκαλεί αλλεργία, τι να πω... Υπομονή.

Αν κάνετε κέφι, περάστε από τα Φωτογραφικά Τετράδια , όπου έχω αναρτήσει κάτι ολίγες φωτό τελευταία.

17 Δεκ 2007

Σινεμά

Χτες βράδυ είδαμε με τη Ν. "Το βιολί" (El violin) του Μεξικανού Φρανσίσκο Βάργκας.

Η ιστορία διαδραματίζεται στις περιοχές των φτωχών αγροτικών πληθυσμών των ιθαγενών στο Μεξικό της δεκαετίας του '70 και αφορά τις προσπάθειες του ηλικιωμένου βιολιστή Δον Πλουτάρκο (στο ρόλο ο έξοχος Δον Άνχελ Ταβίρα, που βραβεύτηκε στις Κάννες γι' αυτήν την ερμηνεία -είναι στα αλήθεια μουσικός και έχει κομμένο χέρι από τον καρπό και ο ίδιος) να βοηθήσει τους επαναστατημένους συγχωριανούς του (μεταξύ των οποίων και ο γιος του) στον αγώνα τους ενάντια στην αυταρχική εξουσία.

Οι μελωδίες του βιολιού του Δον Πλουτάρκο μοιάζουν να εξημερώνουν τα ήθη και να αμβλύνουν τις διαφορές ανάμεσα στον φτωχό μουσικό και τον εκπρόσωπο της εξουσίας, τον μουσικόφιλο διοικητή των κρατικών στρατευμάτων. Όμως η προδοσία, που έρχεται σχεδόν αναπότρεπτα, σημαίνει το τέλος της μουσικής.



Χαμηλών τόνων κινηματογράφηση σε ασπρόμαυρο, δυνατή ερμηνεία από τον πρωταγωνιστή, συγκινητικά ανθρώπινο το αποτέλεσμα.

Απορία: γιατί το γαϊδουράκι που καβαλούσε ο Δον Πλουτάρκο μεταφραζόταν ως "μουλάρι";!

7 Δεκ 2007

Στης ανομίας τα θρανία...

Tου Πασχου Μανδραβελη


Εχουν ενδιαφέρον όσα μας είπε χθες ο καθηγητής του Παντείου Πανεπιστημίου κ. Αλκης Ρήγος. Οχι μόνο γιατί είναι πανεπιστημιακός δάσκαλος, και συνεπώς τέτοια γράμματα μαθαίνει στα παιδιά, αλλά γιατί έχει ένα κοινό για την ελληνική κοινωνία σκεπτικό: ότι οι νόμοι εφαρμόζονται κατά το δοκούν. Αν μας αρέσουν έχει καλώς. Αν δεν μας αρέσουν, όπως γράφει ο ίδιος, «υπερβαίνουμε τις τυπικές διαδικασίες στο όνομα μιας ευρύτερης αίσθησης δικαίου και δημοκρατικής νομιμότητας» («Καθημερινή», 6.12.2007).


Να θυμίσουμε ότι προχθές οι φοιτητές του Παντείου Πανεπιστημίου έκαναν πράξη την έκκληση της κ. Αλέκας Παπαρήγα, να ακυρώσουν στην πράξη την εφαρμογή του νόμου-πλαισίου για τα ΑΕΙ. Οχι διά της νόμιμης διαδικασίας, που είναι η προσφυγή στο Συμβούλιο της Επικρατείας, αλλά διά του «επαναστατικού τσαμπουκά». Οι φοιτητές των αριστερών παρατάξεων έκλεψαν την κάλπη και την έκαψαν.


Η πράξη καθαυτή κατά τον κ. Ρήγο ανήκει στο τυπικόν της συζήτησης. Το ουσιαστικό είναι ότι «όλες οι φοιτητικές παρατάξεις κατά καιρούς έχουν υπερβεί με πράξεις τους τις τυπικές διαδικασίες στο όνομα μιας ευρύτερης αίσθησης δικαίου και δημοκρατικής νομιμότητας».
Ας μη μας εκπλήσσει αυτή η απόφανση και θα είναι υποκριτικό να φρικιούν κάποιοι, διότι οι πανεπιστημιακοί πιστεύουν ότι οι δημοκρατικά ψηφισμένοι νόμοι σε μια δημοκρατικά εκλεγμένη Βουλή υπόκεινται σε μιαν ευρύτερη «αίσθηση δικαίου και δημοκρατικής νομιμότητας».


Το ίδιο ακούμε σε κάθε διαδήλωση: «Νόμος (δηλαδή, η τυπική διαδικασία) είναι το δίκιο (η ευρύτερη, κατά Ρήγο, αίσθηση δικαίου) του εργάτη». Με την ίδια λογική οι κάτοικοι των Ζωνιανών «υπερέβαιναν τις τυπικές διαδικασίες» των αστυνομικών ελέγχων «στο όνομα μιας ευρύτερης αίσθησης (κρητικού αυτή τη φορά) δικαίου».


Με την ίδια ευρύτερη αίσθηση δικαίου, ο υπουργός Δικαιοσύνης και ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου υπερέβησαν την τυπική διαδικασία της Αρχής Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων και άρχισαν να λειτουργούν τις κάμερες.


Γενικώς, στην Ελλάδα, νόμους και κανόνες τους θεωρούμε τυπικές διαδικασίες, που εφαρμόζονται όταν δεν υπάρχει μια διαφορετική «αίσθηση δικαίου». Ρωτήστε κάποιον γιατί στάθμευσε παράνομα το όχημά του: «Μα, πού να παρκάρω;» είναι η απάντηση. Η ευρύτερη αίσθηση του δικαιώματος να παρκάρει, υπερβαίνει την τυπική διαδικασία απαγόρευσης στάθμευσης.


Το κυριότερο πρόβλημα που προβάλλει με την τοποθέτησή του ο κ. Ρήγος, δεν είναι αυτή η επισήμανση περί ανομίας της ελληνικής κοινωνία. Βρίσκεται στην ακροτελεύτια παράγραφο του κειμένου του: Η πανεπιστημιακή κοινότητα, γράφει, «ήταν, είναι -και αγωνιζόμαστε να παραμείνει- ένας δημόσιος θεσμός μιας κοινότητας ενηλίκων πολιτών που δρα ως καθρέφτης και καταλύτης ευρύτερων πολιτισμικών διεργασιών». Κι εκεί βρίσκεται το πρόβλημα. Αν «ο καταλύτης των ευρύτερων πολιτισμικών διεργασιών» νομιμοποιεί την ανομία στο όνομα μιας απροσδιόριστης «αίσθησης δικαίου», τότε αυτή η κοινωνία δεν έχει κανένα μέλλον. Οι πολίτες της θητεύουν στα θρανία της ανομίας εξ απαλών ονύχων. Μαθαίνουν ότι η εφαρμογή των νόμων μιας δημοκρατικής κοινωνίας εξαρτάται από τα κέφια κάθε κοινότητας. Είτε αυτή είναι πανεπιστημιακή είτε του Μυλοποτάμου.


Καθημερινή, 07/12


Δεν έχω να σχολιάσω τίποτα. Μόνο να πω πως καθώς περνά ο καιρός, νιώθω να φοβάμαι όλο και πιο πολύ.

Το τέρας αρχίζει να μάς μοιάζει...

Tου Πασχου Μανδραβελη/
pmandravelis@kathimerini.gr

Τρομάξαμε όλοι σαν μάθαμε ότι ομάδες νεοναζί στη Γερμανία επιτέθηκαν εναντίον μεταναστών. «Το τέρας σήκωσε κεφάλι», επιχειρηματολόγησαν κάποιες εφημερίδες. Μα το σημαντικότερο είναι πως τρόμαξαν οι ίδιοι οι Γερμανοί. Ξεσηκώθηκαν, καταδίκασαν το γεγονός, ζήτησαν την παραδειγματική τιμωρία των ενόχων. Ηξεραν, από την ιστορία τους ότι ο ρατσισμός δεν είναι ένα εξ αποκαλύψεως φαινόμενο. Επωάζεται στις κοινωνίες. Πρώτα γεννώνται τα στερεότυπα, μετά εκστομίζονται κάποιες βρισιές, έπονται οι επιθέσεις για να καταλήξει σε διωγμούς. Γνώριζαν και γνωρίζουμε ότι ο ρατσισμός φύεται στα καλύτερα σπίτια. Η Γερμανία του μεσοπολέμου ήταν στην πρωτοπορία του παγκόσμιου πολιτιστικού γίγνεσθαι. Τόσο, που πολλοί αναρωτήθηκαν «πώς είναι δυνατόν να ακούς Μότσαρτ το βράδυ και το πρωί να οδηγείς ανθρώπους στα κρεματόρια».

Το ανησυχητικό με την επίθεση κατά των Πακιστανών που έγινε την Παρασκευή στο Αιγάλεω δεν είναι το γεγονός καθαυτό. Κάθε κοινωνία παράγει και τους αλήτες της που ξεσπούν επί των αδυνάτων. Ανησυχητικότερη είναι η σιωπή την επομένη της επίθεσης. Η φρίκη που δεν εκδηλώθηκε, η συγκατάβαση που προκύπτει από μια βαθιά πίστη ότι η «ελληνική ψυχή» είναι απρόσβλητη στον ρατσισμό. Είναι η ολιγωρία της αστυνομίας, έπειτα από μια σειρά τέτοιων φαινομένων και ο φριχτός ψίθυρος «Ελα μωρέ, Πακιστανοί ήταν... Κάτι θα έκαναν».

Κάποιοι κρύβονται πίσω από το δάχτυλό τους δικαιολογώντας τη σιωπή με το εφεύρημα των «μεμονωμένων επεισοδίων». Φυσικά και είναι «μεμονωμένο επεισόδιο» η επίθεση με λοστούς και στειλιάρια στο σπίτι κάποιων Πακιστανών, αλλά σάμπως συμβαίνουν κάθε μέρα καταστροφές στα σχολεία σαν αυτή του Παγκρατίου;

Επισημαίναμε και παλιότερα ότι η τρομοκρατία από «μεμονωμένα φαινόμενα« αποτελείτο. Το πιο ανησυχητικό, που επέτρεψε επί 27ετία τους δήθεν επαναστάτες να δολοφονούν ήταν η διάχυτη κοινωνική ανοχή, η άρρητη πολλών παραδοχή πως τα θύματα «δεν είναι και τόσο αθώα», η δικαιολόγηση «πως κάτι θα έκαναν», πως «κάπως θα προκάλεσαν». Μόνο ένας είπε δημοσίως μετά από μια δολοφονία «γεια στα χέρια τους». Το σκέφτονταν όμως πολλοί. Οχι, δεν ήταν τρομοκράτες οι Ελληνες, υπήρξε όμως κοινωνική ανοχή στην τρομοκρατία επί μακρόν. Κυρίως υπήρξε η (καλλιεργημένη) άρνηση πως η τρομοκρατία μας αφορά. Ολοι απέκοπταν τους φόνους από τη στάση ενός μεγάλου μέρους του πληθυσμού. Κανείς δεν ήθελε να σκεφτεί πως η τρομοκρατία ήταν το κακό σπυρί -το σύμπτωμα- μιας κοινωνικής παθογένειας.

Κάποτε ο Μάνος Χατζιδάκης είχε πει πως «όταν το τέρας δεν μας ενοχλεί, αρχίζει να μας μοιάζει».
Το πρόβλημα είναι ότι η επίθεση της Παρασκευής λίγο μας ενοχλεί. Δεν είδαμε υπουργούς να ορκίζονται ότι «θα βρεθούν οι ένοχοι και θα πληρώσουν», δεν είδαμε κανένα ζήλο εκ μέρους της αστυνομίας να βρεθούν οι παραβάτες της νομιμότητας. Χειρότερα: δεν είδαμε και καμιά κοινωνική πίεση για να κάνουν οι διωκτικές αρχές καλά τη δουλειά τους.

Το τέρας μεγαλώνει στην πίσω αυλή μας και οι νταήδες της δυτικής όχθης δεν είναι παρά το σπυρί, που αν δεν καυτηριαστεί θα μολύνει ολόκληρο το κοινωνικό σώμα.


Από την Καθημερινή της 06/12

Καθώς περνούν τα χρόνια φοβάμαι, ολοένα και περισσότερο, πως εξελισσόμαστε σ' έναν κομπλεξικό λαό απολίτιστων αγροίκων.

Από τον τρόπο της βιοτής μας αναδύεται μια ανυπόφορη μπόχα συμπλεγματικής επαρχιωτίλας, καθώς από τις άλλες χώρες διαλέγουμε να αντιγράψουμε μόνο τα επιφανειακώς εντυπωσιακά -κάποιες φορές κατεβάζοντας αναίσχυντα τα βρακιά μας (βλ. Μουσείο Tschumi)- και, εντέλει, ασήμαντα, αντί να κοιτάμε να ξεστραβωθούμε και να διδαχθούμε από το πώς διευθετούν εκείνοι τη ζωή τους, να μάθουμε κάτι που θα μας βοηθήσει να διασφαλίσουμε ό,τι έχει απομείνει από το περιβάλλον κι από την ανθρωπιά μας.

Μην ξανακούσω για τα επιτεύγματα και το κλέος των Αρχαίων Ελλήνων, ή για τις πολυθρύλητες κοινότητες της Τουρκοκρατίας - αυτά όλα τα προδίδουμε κάθε μέρα, χωρίς να παίξει ούτε το βλέφαρό μας. Αποτελούν πια παρελθόν, ενταφιασμένο βαθιά για την μεγάλη πλειονότητα, αν όχι για όλους μας.
Τα επικαλούμαστε μόνο για να αποκτήσουμε μια ψευδαίσθηση αξίας και να αποφύγουμε να δούμε το χάλι μας.

Αλλά με άλλοθι από το παρελθόν δεν ζεις, ούτε παράγεις πολιτισμό.

3 Δεκ 2007

Χρόνια καλά, αγαπητέ κύριε Διονύση


Αρχές Δεκέμβρη, 1944.


"... με μια μοτοσυκλετα του ΕΛ.Α.Σ." η ετοιμόγεννη μάνα του μεταφέρεται για να γεννήσει.


Έτσι γεννήθηκε στη Σαλονίκη.


Χειμώνας '86-'87. Χάρη σε έναν αδελφικό φίλο, αρχίζω να παρακολουθώ την εκπομπή "ΖΗΤΩ ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ". Ακολουθούν οι δίσκοι, γραμμένοι σε κασέτες από φίλους και συμμαθητές. Ξυπνάω και κοιμάμαι με το κασετόφωνο να παίζει Σαββόπουλο εκείνα τα χρόνια - οι γονείς μου πρέπει μάλλον να δοκιμάστηκαν.


Πρώτη φορά τον βλέπω ζωντανά στο επίμαχο πρόγραμμα "Το Κούρεμα". Τσαντίζομαι με δεξιούς συγγενείς που σπεύδουν ν' αγκαλιάσουν το Σαββόπουλο και τη "στροφή" του. Ανάθεμα κι αν καταλαβαίνουν τίποτα.


Στα χρόνια που ακολουθούν, τον βλέπω ζωντανά τουλάχιστον δεκαπέντε φορές ακόμα. Θυμάμαι ως ένα από τα καλύτερα προγράμματα που παρακολούθησα ποτέ, το "Σαββόραμα" στο Μέγαρο Μουσικής - κι ως ένα από τα πιο φτωχά του, τις κοινές εμφανίσεις με τον Πάριο στο Ρεξ. Aλλά είναι άλλη εμπειρία η ζωντανή του παρουσία, όπως και νά 'χει.


Καβγάδες, διαφωνίες πολύωρες με συμφοιτητές, όπου εγώ έπαιρνα πάντα το ρόλο του υπερασπιστή του Σαββόπουλου. Α, ναι, υπήρξα "fan".


Υπήρξε εποχή που μπορούσα να τραγουδήσω όλους τους "Αχαρνής", μαζί με τις παρλάτες - από τους σπουδαιότερους δίσκους του. Στα λεωφορεία, κι αργότερα στις σκοπιές στο στρατό, μέτραγα την ώρα τραγουδώντας από μέσα μου το "Μακρύ Ζεϊμπέκικο για το Νίκο"(Κοεμτζή) - δεκατέσσερα λεπτά τραγούδι, ανατριχιαστικό κι ένα από τα σπουδαιότερα που έγραψε ποτέ.




Για τον έφηβο που υπήρξα κάποτε, ο Σαββόπουλος υπήρξε ίνδαλμα, είδωλο, έρωτας. Ο καλλιτέχνης που πάντα ήθελα να γνωρίσω από κοντά.


Όταν παρουσίαζε τα τραγούδια που αργότερα αποτέλεσαν το "Μην πετάξεις τίποτα", στο ραδιόφωνο, του έστειλα ένα γράμμα - συναισθηματικό, εφηβικό, αλλά αρκετά αγαπησιάρικο και δίκαιο, θαρρώ. Απάντησε από τον αέρα - έχω ακόμα την κασέτα της εκπομπής, χάρη σε μια καλή φίλη που την είχε ηχογραφήσει. Επικοινωνήσαμε τηλεφωνικά, μα δε βρεθήκαμε ποτέ.


Άλλο στιγμιότυπο: Όταν παρουσίαζε τα τραγούδια από το "Μην πετάξεις τίποτα" στα "9/8" της Λεωφόρου Αλεξάνδρας, κάπου δώδεκα χρόνια πριν, πάμε με άλλους δύο φίλους στα καμαρίνια μετά το τέλος του προγράμματος. Συζητάμε μαζί του γύρω στη μιάμιση ώρα, και την άλλη μέρα διαπιστώνουμε με τρόμο και αγανάκτηση ότι δεν θυμόμαστε σχεδόν τίποτε - ήμαστε στουπί.



Τα χρόνια περνούν, ο χρόνος δε χαρίζεται σε κανέναν. Δεν είμαι πια έφηβος και δεν θαυμάζω έτσι εύκολα πια, ούτε εξιδανικεύω.

Ξέρω πως το ίνδαλμα των δεκάξι μου χρόνων κουβαλά αδυναμίες πολλές. Ξέρω για το δύσκολο του χαρακτήρα του, για το ναρκισσισμό του, τις παλινωδίες του. Ξέρω, πως αν βρισκόμασταν κλειδωμένοι σ' ένα δωμάτιο, ίσως να τρώγαμε τα μουστάκια μας. Αλλά τον αγαπάω - όσο μπορεί κανείς να αγαπά κάποιον με τον οποίον έχει σχέση μόνο δια της τέχνης, αν κάτι τέτοιο λογίζεται για σχέση. Και δεν είμαι πια τόσο πουριτανός, όσο κάποτε. Ξέρω πόσο αντιφατικά πλάσματα είμαστε οι άνθρωποι, δεν αξιώνω από το δημιουργό να είναι όπως τον έπλασε η φαντασία κι οι προβολές μου, κι ούτε αμφιβάλλω για την αλήθεια του έργου, όταν έρχονται στο φως οι αδυναμίες του καλλιτέχνη.

Η σχέση μου με το έργο του Σαββόπουλου με πλούτισε. Πέρα από το ότι στάθηκε καθοριστική για το πώς αντιμετωπίζω το τραγούδι -τι προσέχω, τι ζητάω, τι περιμένω- στάθηκε και αφορμή για σπουδή σε λειτουργίες της τέχνης που θεωρώ μυστηριακές.

Σκέπτομαι πόσο μαγικό πράγμα είναι αυτό το "τεχνητό φως", όπως ονόμασε την τέχνη ο ίδιος ο Σαββόπουλος στο εξαίσιο "Το φως στις δέκα το πρωί". Πόσο αποκαλύπτει την πολυπλοκότητα και τις αντιφάσεις μας. Πόσο υπέροχο και σωτήριο είναι το έργο που επιτελεί, καθώς φέρνει στο φως τα μύχια της ψυχής μας και δίνει μορφή σ' εκείνα που αφουγκραζόμαστε μυστικά. Πόσο καίρια είναι, για ανθρώπους με αδυναμίες και αναπηρίες, όπως ο Διονύσης Σαββόπουλος, όπως εγώ.

Ναι, τα χρόνια περνούν. "Ο χρόνος ο αληθινός είναι ο γιος μας ο μεγάλος κι ο μικρός" - η σχέση αποκαλύπτει την ουσία, κι ό,τι μένει απ' το αδυσώπητο κύλημα του καιρού, είναι κάποιες στιγμές αποκαλυπτικές της αλήθειας μας. Κάμποσες από αυτές τις στιγμές μου ταυτίστηκαν με τραγούδια του Σαββόπουλου.

Ο Σαββόπουλος δε γράφει πια, κι είναι μάλλον οριστικό. Ο ίδιος έχει πει πως τώρα πια του μένει να μάθει να σηκώνει τον εαυτό του μ' όλο του το χάλι, και πως όλα εκείνα που τραγούδησε, όσο σημαντικά κι αν είναι, από ένα σημείο και έπειτα είναι παραπειστικά κολπάκια, για να αποφευχθεί ακριβώς αυτό.

Εύχομαι να το καταφέρει, και τα χρόνια που έχει μπροστά του να είναι φωτεινά.

Σημείωση: Το βιβλίο "Διονύσης Σαββόπουλος - Ποιητική, Παράδοση, Πνεύμα" του Δημήτρη Καράμπελα, είναι το βιβλίο που θα ήθελα να είχα γράψει εγώ για το έργο του Διονύση Σαββόπουλου. Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις "Μεταίχμιο".

1 Δεκ 2007

George Harrison (25/02/1943 - 29/11/2001)


Ο "ήσυχος" Beatle.

Ταλαντούχος - αλλά παρέμεινε επί μακρόν στη σκιά των Lennon και McCartney (σε κάποιο βαθμό, οι προστριβές ανάμεσα σ' αυτόν και τον McCartney, συνέβαλαν στη διάλυση της τετράδας).

Μέσα από τη γνωριμία του με τον Ravi Shankar, δασκάλου του στο sitar, ήρθε σ' επαφή με την παράδοση του Ινδουισμού. Ήταν πολύ του συρμού η ενασχόληση με τον Ανατολίτικο μυστικισμό εκείνα τα χρόνια. Εκείνος, όμως, το πήρε στα σοβαρά. Και η πίστη ήταν κάτι που τον χαρακτήριζε για όλη του τη ζωή.

Για το τραγούδι "Bangladesh", που μπορείτε να δείτε και ν' ακούσετε παραπάνω:

Στα 1971, λίγο μετά τη διάλυση των Beatles, ο Shankar (που κατάγεται από το Μπαγκλαντές) ζήτησε από τον Harrison να οργανώσει κάποια εκδήλωση, με σκοπό τη συγκέντρωση χρημάτων για το λιμαζόμενο λαό του Μπαγκλαντές.

Σε μια εβδομάδα, ο Ηarrison είχε εξασφαλίσει τη συμμετοχή του Clapton, του Dylan και πολλών άλλων. Το αποτέλεσμα ξεπερνούσε κατά πολύ τις προσδοκίες του Shankar. Έγιναν δύο συνεχόμενες συναυλίες στη Madison Square, με προσέλευση τουλάχιστον 40.000 ανθρώπων.

Σήμερα, η συμμετοχή των rock stars σε τέτοιου είδους γεγονότα μοιάζει αυτονόητη. Εκείνος, όμως, ήταν από τους πρώτους που χρησιμοποίησαν τη δύναμη που του έδινε η φήμη και η απήχησή του για έναν τέτοιο σκοπό και ο πρώτος που οργάνωσε μια τέτοια συναυλία. Ήταν 28 χρονών.


Πέρασαν κιόλας έξι χρόνια από τη μέρα που πέθανε. Μοιάζει απίστευτο - θα ορκιζόμουν ότι ήταν το πολύ πρόπερσι που διάβασα στο internet την είδηση.


Απ' ό,τι λένε, έφυγε ήρεμος, συμφιλιωμένος, δίχως φόβο.


Μου λείπει η ζεστή του παρουσία.











Το "Ηere Comes the Sun", που γράφτηκε μια ηλιόλουστη μέρα στον κήπο του Eric Clapton, είναι από τα πιο δροσερά και φωτεινά τραγούδια που ξέρω. Εδώ μπορείτε να το δείτε σε ένα απόσπασμα από τη συναυλία για το Μπαγκλαντές και αμέσως από κάτω, από το "Saturday Night Live", με οικοδεσπότη για εκείνη τη βραδιά τον Paul Simon (bonus: το "Homeward bound" του Simon).