Η καλύβα του Παππού: 30 Ιαν 2011

30 Ιαν 2011

Πρωτοχρονιά του 2011 στο Βερολίνο



Χιόνι, πολύ χιόνι – σε κάποια σημεία, πάνω από σαράντα πόντους. Πάντως, μόνο δύο φορές θυμάμαι να νιώσαμε πραγματικό κρύο, με τη θερμοκρασία στους -12 και ένα λεπτό αεράκι να τρυπάει τα πάντα. Ένας σκύλος στεκόταν στα τρία πόδια, σηκώνοντας πότε το ένα, πότε το άλλο – είχε ξεπαγιάσει, ο πτωχός.




Το Βερολίνο παραμένει όμορφο και φιλόξενο, αν και οι ισορροπίες –όπως σε όλα τα πράγματα, παντού- είναι δυναμικές.
Φαντάζομαι κάτι επιβιώνει ακόμα στο Βερολίνο από το πνεύμα εκείνων των ταραγμένων αλλά και ιδιαίτερων καιρών, τα χρόνια της βραχύβιας και κακοθανάτιστης Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, όπου οι «απ’ έξω» συμμετείχαν, έστω και για λίγο, στο κοινωνικό και πολιτιστικό γίγνεσθαι με όρους ισότιμους – για να μην πούμε ότι ήταν σε μεγάλο βαθμό αυτοί που έδιναν τον τόνο στα πράγματα.
Από τότε η πόλη προσήλκυε πολλούς που δεν μπορούσαν ή δεν ήθελαν να μπουν στα καλούπια της ζωής των πολλών. Κι η προσπάθεια για συνύπαρξη και συγκερασμό διαφορετικών τάσεων και τρόπων ζωής, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, συνεχίστηκε.
Στα χρόνια της διαίρεσης, αυτό πριμοδοτήθηκε: σε μια προσπάθεια να τονωθεί πληθυσμιακά το Δυτικό Βερολίνο, η τότε κυβέρνηση παρείχε απαλλαγή από τη στρατιωτική θητεία σε όσους το επέλεγαν ως τόπο διαμονής.
Στη δεκαετία του ’80, μετά από συνεχείς, όσο και άγονες, συγκρούσεις, η κρατική πλευρά και οι πολυάριθμοι καταληψίες άδειων σπιτιών, ήρθαν σε συμφωνία: με χαμηλότοκα δάνεια, μπόρεσαν να αγοράσουν κάποια από τα υπό κατάληψη οικήματα.
Οι υπέρμαχοι ιδιαίτερα μαξιμαλιστικών αναρχικών και αριστερίστικων ιδεών, βλέπουν σ’ αυτήν την κίνηση μια άλωση του χώρου των αμφισβητιών του παραδεδεγμένου μοντέλου ζωής και κοινωνικής οργάνωσης από το «Σύστημα».
Εγώ βλέπω περισσότερο έναν έντιμο και ευφυή συμβιβασμό, που επέτρεψε σε όσους δεν θέλουν, ή δεν μπορούν, να ενταχθούν  στον τρόπο ζωής των πολλών, να συνυπάρξουν μαζί τους. 

Δεν ξέρω τι απ’ τον φιλόξενο και ανεκτικό χαρακτήτα της πόλης θα συνεχίσει να υπάρχει στο μέλλον – πολλές γειτονιές που αποτελούσαν προπύργια των «εναλλακτικών» γίνονται της μόδας, με αποτέλεσμα την άνοδο των ενοικίων. Συχνά,  ακριβά αυτοκίνητα, σύμβολα μιας κάστας που επωφελείται από τις ως τώρα χαμηλές τιμές,  πυρπολούνται (την περασμένη άνοιξη, σ’ ένα πανώ στο Friedricshain διαβάζαμε: «WE DONT WANT YOUR YUPPIE FLATSWE ARE HAPPY WITH OUR RATS»).


Όσο για μένα, πέρασα την εφηβεία μου διαβάζοντας και ακούγοντας τους υπέρμαχους της παράδοσής μας, συχνές κατηγόριες για τον ατομοκεντρισμό της Δύσης, και άλλα τέτοια.
Αλλά αυτά που είδα στο Βερολίνο είχαν, εντέλει, να κάνουν με τις αξίες που έμαθα ως δικές μας: προσπάθεια για αποδοχή του άλλου, αίσθημα κοινωνικής ευθύνης, φιλότιμο... Και τα πράγματα μοιάζαν να κυλούν καλύτερα απ' ό,τι σ' εμάς - βέβαια, δεν είναι και μεγάλο επίτευγμα να λειτουργεί μια κοινωνία ωριμότερα από τη δική μας στη συγκεκριμένη χρονική στιγμή…
Όμως οι λαοί, όπως συμβαίνει και με τα μεμονωμένα πρόσωπα, έχουν να αντιμετωπίσουν τους δικούς τους πειρασμούς ο καθένας. Οι αδύναμοι τον πειρασμό να παραβιάσουν τους κανόνες, να κλέψουν, να ξεγελάσουν. Και οι δυνατοί, τον πειρασμό να παραβιάσουν προκλητικά τους κανόνες μένοντας ατιμώρητοι, ή ακόμα και να φτιάξουν οι ίδιοι τους κανόνες, να κατακτήσουν, να κυριαρχήσουν. 
(Στο Μουσείο Γερμανικής Ιστορίας, η έκθεση «Ο Χίτλερ και οι Γερμανοί» προσελκύει πλήθος κόσμου. Για πρώτη φορά αποτολμάται μια τέτοια έκθεση. Τολμηρό, όσο και αναγκαίο, το εγχείρημα: να διερευνηθεί το πώς και το γιατί το Ναζιστικό καθεστώς έτυχε τόσο πλατιάς υποστήριξης. )
Όμως ηγείται κάποιος αποτελεσματικά όταν μπορεί ν’ αποτελέσει παράδειγμα, όταν μπορεί να εμπνεύσει. Και δυστυχώς συχνά την τελευταία χρονιά φάνηκε πως όσοι ηγούνται στη Γερμανία, αλλά  και εν γένει στην Ευρώπη σήμερα, είναι μάλλον μικρού αναστήματος για τόσο υψηλές στοχεύσεις.



...................................


Παραμονή Πρωτοχρονιας, απόγευμα, πήγαμε στο ναό του Αποστόλου Παύλου στο Schoeneberg και είχαμε τη χαρά να απολαύσουμε ένα ανέλπιστα καλό κοντσέρτο.


 




Το νέο έτος μας βρήκε στην Unter den Linden, μαζί με χιλιάδες κόσμου. Δεν ήταν δυνατόν να προσεγγίσουμε την Πύλη του Βραδεμβούργου –δεν χάσαμε και τίποτε: Ήταν προγραμματισμένη εμφάνιση της Bonnie Tyler, αλλά λόγω αιφνίδιας ασθένειας αντικαταστάθηκε από τον David Hasselhoff- από το κακό στο χειρότερο, δηλαδή.
Η ατμόσφαιρα έμοιαζε ελαφρώς πολεμική – παντού μύριζε μπαρούτι από τα βεγγαλικά, που εξαπέλυαν μικροί και μεγάλοι. Κάποιοι, ολίγον αδέξιοι, τα εξαπέλυαν ακουσίως σε οριζόντια διεύθυνση. Δεν είδαμε κανένα τραυματισμό – ευτυχώς.
Αν εξαιρέσεις διάφορες παρέες που το γιόρταζαν πίνοντας σαμπάνια στο δρόμο, περισσότερο διάθεση για εκτόνωση έβγαζε η διάθεση του κόσμου, παρά διάθεση για γιορτή. Κάποιοι έσπαζαν χάμω τα μπουκάλια που είχαν μόλις αδειάσει – δεν μπόρεσα να μη σκεφτώ πως, πιθανότατα, είχαν διάθεση να σπάσουν και άλλα πράγματα. 

Λίγο αργότερα, πρώτες ώρες της καινούργιας χρονιάς, μπροστά μας στις κυλιόμενες του Μετρό, δύο νεαροί ανέβαιναν στην επιφάνεια. Ο αριστερός είχε ξυρισμένο κεφάλι, φορούσε μαύρο μπερέ, μαύρη δερμάτινη καμπαρτίνα με ζώνη, μαύρες μπότες. Δεν είδα το πρόσωπό του- δεν το επεδίωξα καθόλου, άλλωστε. Η Ν., που το είδε, σχολίασε πως το βλέμμα του δήλωνε ανασφάλεια.
 
Το Τείχος υπάρχει, αοράτως. Κι είναι τα μέρη στ’ Ανατολικά που πλήττονται πιο πολύ από την ανεργία και που, καθώς συμβαίνει σε τέτοιες συνθήκες, ανθεί ο Ναζισμός.




Καθώς περνούσαν οι μέρες, σιγά-σιγά αντιλήφθηκα πως οι προβληματισμοί για τη θέση που θα κρατήσει η Γερμανία απέναντι στην κρίση, οι στοχασμοί για την πόλη, η ίδια η πόλη, είχαν περάσει στο φόντο - σε πρώτο πλάνο ήρθαμε εμείς, η παρέα που έδεσε καλύτερα απ' ό,τι φανταζόμασταν, ο χαλαρωτικός και ψυχωφελής χαβαλές, όλα τα όσα γίνονταν μεταξύ μας αυτές τις μέρες.

Και μια νύχτα, μετά τα μεσάνυχτα, καθώς γυρνούσαμε σπίτι –αρκετά κοντά στο κέντρο- αντιλαμβανόμαστε, αίφνης, πως αυτό που νομίσαμε σκυλί ήταν αλεπού. Κι αμέσως είδαμε δίπλα στη πρώτη άλλη μία. Μάλλον αναζητούσαν τροφή, οι δόλιες, ξεμακραίνοντας από ένα μεγάλο πάρκο που ήταν μάλλον ο τόπος όπου ζουν και που είναι σχετικά κοντά σ’ εκείνη τη γειτονιά.
Ένα απ’ τα επόμενα πρωινά, με προφυλάξεις, πιθανώς παραβιάζοντας κάμποσους γραφτούς και άγραφτους κανόνες και πρωτόκολλα συμπεριφοράς, τους αφήσαμε κάτω από ένα χιονισμένο θάμνο λίγο βραστό κοτόπουλο που δεν φάγαμε εμείς.