Η καλύβα του Παππού: 3 Μαρ 2010

3 Μαρ 2010

Αποζημιώσεις, Νόμπελ και βελανίδια

Πέραν του μικροκομματικού προσωπικού οφέλους, ή/και της προσπάθειας αποπροσανατολισμού της κοινής γνώμης από την ουσία της κρίσης, ειλικρινά δεν μπορώ να φανταστώ τι άλλο λόγο μπορεί να έχει ο οποιοσδήποτε Έλληνας πολιτικός για να αποφασίσει να το παίξει τσαμπουκάς ενάντια στη Γερμανία, είτε με το χαρτί μιας Νέας Εθνικής Αντίστασης – παραβλέποντας την, εντελώς τεχνικής φύσεως, λεπτομέρεια ότι ο πόλεμος έχει λήξει εδώ και 65 χρόνια- είτε με το χαρτί της –υποτιθέμενης…- πολιτισμικής υπεροχής.

Αλλά άντε κι αποφάσισε να το κάνει, χάθηκε ο κόσμος να προηγηθεί λίγη μελέτη; Ο πρόεδρος της Βουλής επικαλέστηκε τα δύο Νόμπελ των Σεφέρη και Ελύτη, ενώ τις τελευταίες δεκαετίες οι Γερμανοί –λέει- «μήπως έβγαλαν κανέναν Μπετόβεν και δεν τον πήραμε χαμπάρι;». Ο Παντελής Μπουκάλας, για το ίδιο χρονικό διάστημα, έβγαλε τέσσερα τα Νόμπελ των Γερμανών στη λογοτεχνία, ο Στέφανος Κασσιμάτης μέτρησε τα Νόμπελ που πήραν σε όλους τους τομείς και τα έβγαλε σαράντα (αμφότεροι στην Καθημερινή), ενώ ο Νίκος Δήμου στο blog του τα βγάζει πάνω από πενήντα. Τέτοια προκλητική άγνοια εκθέτει πολύ περισσότερα από τον ίδιο – χώρια που αποκαλύπτει πως το επίπεδο του λόγου πολλών Ελλήνων πολιτικών βρίσκεται στο επίπεδο του λόγου κάποιων Γερμανών δημοσιογραφίσκων.

Βέβαια –και δυστυχώς!- ο κ. Πετσάλνικος δεν ήταν μόνος στον αγώνα του: μαζί του εκτόξευσαν μύδρους ο Δήμαρχος Αθηναίων Νικήτας Κακλαμάνης, ο Πέτρος Ευθυμίου, ο Γιώργος Καρατζαφέρης, το Ινστιτούτο Καταναλωτή και πολλοί άλλοι. Ο συνήθως εκρηκτικός Θεόδωρος Πάγκαλος, ήταν –περιέργως-μάλλον πιο συγκρατημένος.

Σχετικά με τις αποζημιώσεις, κάποιες δικές μου σκέψεις: Πέραν του προφανούς, ότι όταν είσαι, δηλαδή, με την πλάτη στον τοίχο δεν σε παίρνει να κουνάς επιτιμητικά το δάχτυλο σε αυτόν που περιμένεις να σε βοηθήσει, η συνεχής επίκληση των εκκρεμών πολεμικών αποζημιώσεων ευτελίζει κάτι ιερό, που δεν του πρέπει να γίνεται επιχείρημα του τύπου «κι εσείς καταπιέζετε τους μαύρους» και που θα πρέπει να αντιμετωπιστεί εν καιρώ χωρίς προχειρότητες, χώρια που αποκαλύπτει απουσία άλλων –και ουσιαστικότερων- επιχειρημάτων.

Θα μπορούσε, λ.χ., να αναφερθεί κανείς στη γνώμη πολλών οικονομολόγων, ότι το ευρώ είναι κάτι σαν μετενσάρκωση του Γερμανικού Μάρκου (εφόσον είναι, σε μεγάλο βαθμό, κομμένο και ραμμένο ανάλογα με τις επιθυμίες της Γερμανίας, που υπερασπίζεται σαν κέρβερος το Σύμφωνο Δημοσιονομικής Σταθερότητας – άλλο αν κι εκείνη το παραβιάζει), οπότε ένα μέρος της γκρίνιας μερίδας των Γερμανών για τα προβλήματα που σήμαινε γι’ αυτούς η εγκατάλειψη του ισχυρού και σκληρού δικού τους νομίσματος, είναι αδικαιολόγητο.

Θα μπορούσε να αναφερθεί κανείς στην ανάγκη μερίδας Γερμανών πολιτικών (λέγε με FDP) να υποδαυλίσουν τις προκαταλήψεις που επιβιώνουν στην αντίληψη που έχει ο Γερμανικός λαός για τους Μεσογειακούς λαούς, προκειμένου να λειτουργήσουν αυτοί οι τελευταίοι ως αποδιοπομπαίος τράγος, εν όψει των περικοπών που αναπότρεπτα θα συνεχίσει να υφίσταται το κράτος προνοίας, αλλά και τα εισοδήματα στη Γερμανία.

Θα μπορούσε να αναφερθεί κανείς σε συγκεκριμένα νούμερα – πόσα χρήματα εισέρρευσαν στην Ελλάδα από την Ε.Ε., πόσα από αυτά προέρχονται από τη Γερμανία, και πόσα χρήματα πήγαν στη Γερμανία από τις αγορές Γερμανικών προϊόντων και –ουχ ήττον- οπλικών συστημάτων από τη χώρα μας – δείτε σχετικό δημοσίευμα στο «Βήμα» εδώ.

Θα μπορούσε να αναφερθεί κανείς στην ανάγκη εποπτείας των παραγώγων προϊόντων, με τα οποία κερδοσκοπούν διάφοροι εις βάρος της δικής μας χώρας και του ίδιου του Ευρώ.

Θα μπορούσε να αναφερθεί κανείς στον υποκριτικό αυτοδικαιωτισμό πολλών εκ των εταίρων μας, που ασφαλώς γνώριζαν περί των παραποιημένων μας στοιχείων, αλλά έκαναν τα στραβά μάτια, για λόγους πολιτικούς, και τώρα προσπαθούν να κρύψουν πίσω από τις χρόνιες δικές μας παθογένειες τα δομικά προβλήματα της ίδιας της Ευρωζώνης.

Θα μπορούσε να αναφερθεί κανείς στο άτοπο της αντιμετώπισης δομικά διαφορετικών οικονομιών με τους ίδιους όρους.


Και όλα αυτά όχι για να αρνηθούμε, καταπώς αγαπούμε να κάνουμε, τις τεράστιες δικές μας ευθύνες για το χάλι μας.

Αλλά γιατί, όπως εύστοχα γράφει η Sueddeutsche Zeitung, μια « (..) διένεξη ανάμεσα στην Ελλάδα και τη Γερμανία είναι ιδιαίτερα επιβλαβής, γιατί ρίχνει νερό στο μύλο των λαϊκιστών και στις δύο πλευρές και δυσκολεύει εκείνους που αναζητούν μια διέξοδο από τη σημερινή κρίση.»

Κοινώς, ήρθε ο καιρός να επαναφέρουμε τη συζήτηση στην πραγματικότητα, μια πραγματικότητα πολύπλευρη, πολύπλοκη και πολύχρωμη, που ουδεμία σχέση έχει με θλιβερά και βλακώδη κλισέ που βλέπουν τον κόσμο ασπρόμαυρο, τους Μεσογειακούς λαούς ως εκ φύσεως τεμπέληδες και απατεώνες, ή τους κεντροευρωπαίους ως εσαεί οφειλέτες δικούς μας, κατά το αξιοθρήνητο σλόγκαν «όταν εμείς (ποιοι «εμείς», αλήθεια;) χτίζαμε Παρθενώνες, εσείς τρώγατε βελανίδια».