Η καλύβα του Παππού: 10/01/2007 - 11/01/2007

31 Οκτ 2007

Ο βασιλεύς κυρ Μανουήλ ο Κομνηνός

Tου Xρηστου Γιανναρα

«Ο βασιλεύς κυρ Μανουήλ ο Κομνηνός
μια μέρα μελαγχολική του Σεπτεμβρίου
αισθάνθηκε τον θάνατο κοντά. Οι αστρολόγοι
(οι πληρωμένοι) της αυλής εφλυαρούσαν
που άλλα πολλά χρόνια θα ζήσει ακόμη.
Ενώ όμως έλεγαν αυτοί, εκείνος
παληές συνήθειες ευλαβείς θυμάται
κι απ’ τα κελλιά των μοναχών προστάζει
ενδύματα εκκλησιαστικά να φέρουν
και τα φορεί, κ’ ευφραίνεται που δείχνει
όψι σεμνήν ιερέως ή καλογήρου.

Ευτυχισμένοι όλοι που πιστεύουν,
και σαν τον βασιλέα κυρ Μανουήλ τελειώνουν
ντυμένοι μες την πίστι των σεμνότατα».

Το καβαφικό «σεμνότατα» διασαφηνίζει το νόημα της «πίστης»: Δεν πρόκειται για «πεποιθήσεις», αυτές θωρακίζουν το εγώ, συντηρούν την έπαρση. Ούτε για αυθυποβολή πρόκειται, μαγική εκδοχή του θαύματος. Πρόκειται για εμπιστοσύνη: αυτή γεννάει τη σεμνότητα της αυτοπαραίτησης.

Πιστεύω, στη γλώσσα της Εκκλησίας, αλλά και στα αρχαία ελληνικά, σημαίνει εμπιστεύομαι. Αφήνομαι, όπως το βρέφος στην αγκαλιά της μάνας του, παραδίνομαι, όπως ο ερωτευμένος στην ερώμενη αγκαλιά.

Να εμπιστευθώ ποιον, να εμπιστευθώ τι; Ασφαλώς όχι ιδεολογήματα, όχι ψυχολογικές προβολές ορμέμφυτων επιθυμιών μου. Σε τέτοιες παρηγόριες επενδύει η βιολογική, ενστικτώδης θρησκευτικότητα, όχι η εκκλησιαστική πίστη που την ενδύονται σεμνότατα οι μακαριζόμενοι από τον Καβάφη.

Για τα μετά τον θάνατο δεν ξέρουμε τίποτα. Αν κάτι υπάρχει, είναι αδύνατο να σημανθεί με το νόημα που εμείς δίνουμε στο υπάρχειν. Η νοητική και φανταστική μας ικανότητα αδυνατεί να συλλάβει την ύπαρξη ως ελευθερία από τον χρόνο, τον χώρο, τον αριθμό, ενδεχόμενα που «οφθαλμός ουκ είδε και ους ουκ ήκουσε και επί καρδίαν ανθρώπου ουκ ανέβη». Αν κάτι υπάρχει, μετά τον θάνατο, δεν μπορεί να λέγεται, μπορεί ίσως να δείχνεται: Με την ευφροσύνη, για παράδειγμα, στη σεμνή (και πάλι) όψη του καβαφικού κυρ Μανουήλ όταν φορεί ενδύματα εκκλησιαστικά για να συναντήσει τον θάνατο.

«Το ιδανικό μου είναι, έλεγε ο σεμνότατος Βίτκενσταϊν, να μεταδίδεται το άρρητο με το να ΜΗΝ επιχειρείται η διατύπωσή του... Αν η φιλοσοφική κατανόηση μεταδίδεται, αυτό δεν επιτυγχάνεται με τον τρόπο που μεταδίδεται η επιστημονική γνώση, δηλαδή με το να δηλώνεται ευθέως και με γλώσσα που κυριολεκτεί. Πρέπει να γίνεται με τον τρόπο της ποίησης».

Ο κυρ Μανουήλ ο Κομνηνός, αυτοκράτωρ Ρωμαίων, ξεντύνεται τα βασιλικά του ενδύματα και ενδύεται το ένδυμα ιερέως ή καλογήρου περιμένοντας ευφροσύνως τον θάνατο. «Ενδύσασθε τον Κύριον Ιησούν», παραγγέλλει στην ίδια ποιητική γλώσσα και η Εκκλησία. Το ένδυμα μπορεί να είναι προσωπείο, όπως εξ ορισμού η αυτοκρατορική περιβολή και κάθε στολή, μπορεί να είναι και αισθητό ήθος παραίτησης από κάθε ατομική ιδιαιτερότητα, όπως το ένδυμα του μοναχού. Ο καβαφικός κυρ Μανουήλ δεν γαντζώνεται στο αξίωμα (στην ψευδαισθητική υπερμεγέθυνση που χαρίζει στο εγώ η δημοσιότητα) για να κερδίσει ψευδαπάτες παράτασης του βίου.

Δεν εκλιπαρεί: «προσευχηθείτε όλοι σας για μένα, τον βασιλέα σας, να νικήσω τον θάνατο», δεν επικαλείται την «πίστη» σαν υπέρτερη ιαματική δυνατότητα όταν εξαντλούνται οι ικανότητες της ιατρικής. Περιμένει με ευφρόσυνη όψη τον θάνατο που εγγίζει, επειδή γι’ αυτόν, τον βασιλέα κυρ Μανουήλ ο θάνατος είναι γεγονός ενταγμένο σε μια κατακτημένη, βιούμενη κιόλας σχέση, είναι η κορυφαία δοκιμασία του ρεαλιστικού (του μη φαντασιώδους) χαρακτήρα αυτής της σχέσης.

Μια σχέση δεν λέγεται ποτέ, μόνο δείχνεται. Λέγονται οι συσχετισμοί, οι συναναστροφές, οι δοσοληψίες, οι εξαρτήσεις, λέγεται η επιβολή, η κυριαρχία, η ιδιοκτησία. Η γλώσσα ορίζει το άλλο ή τον άλλον ως αντι-κείμενο που το κατέχουμε. Η σχέση δεν κατέχεται ποτέ, την κερδίζει κανείς συνεχώς, δεν είναι ποτέ τετελεσμένη. Γιατί στη σχέση παραδινόμαστε, και η αυτοπαράδοση, η αυθυπέρβαση, είναι το κορυφαίο και δυσκατόρθωτο άθλημα ελευθερίας. Οσο συνεπέστερα παραδινόμαστε στη σχέση τόσο πληρέστερα τη ζούμε. Και ο θάνατος μπορεί ενδεχομένως να είναι η ολοκληρωμένη αυτοπαράδοση, η είσοδος στην πληρότητα της σχέσης. Αλλά αυτό το λέμε εδώ με νοήματα στην κόψη του επισφαλούς – διαφορετική η ενάργεια της καβαφικής ποιητικής κατάδειξης.

Στο ποίημα του Καβάφη δεν υπάρχει η λέξη «Θεός». Ομως, η αναφορά σε αυτόν «δείχνεται» σε κάθε πτυχή της ποιητικής εικονολογίας. Είναι σαφέστατα ο Αλλος της σχέσης που πραγματώνεται ως πίστη – εμπιστοσύνη, αυτός που κάνει ευφρόσυνη την ετοιμασία για τον θάνατο, που δικαιολογεί τον μακαρισμό όσων «τελειώνουν ντυμένοι μες την πίστη των σεμνότατα». Αποσιωπάται, γιατί είναι ο υπαρκτός της σχέσης, όχι το εννόημα που γίνεται αντι-κείμενο στη γλώσσα.

Μόνο η σχέση αποκαλύπτει προοδευτικά, δυναμικά, την προσωπική ετερότητα ως πραγματική παρουσία. Οι πολιτικοί ηγέτες, οι τηλεπαρουσιαστές, οι ποικίλες στον σύγχρονο βίο διασημότητες, είναι δεδομένα αντι-κείμενα της καθημερινότητάς μας, όπως η κρεμάστρα που κρεμάμε το ρούχο μας ή η καρέκλα στο γραφείο μας – ριζικά άσχετοι με τη ζωή μας. Ενώ ο Καβάφης ή ο Βίτκενσταϊν ή όποιος άλλος έχει λόγο κλητικό σε αμεσότητα σχέσης, είναι πραγματικά υπαρκτός, αποκαλύπτεται εμπειρικά ως παρουσία επειδή (και όταν) ανταποκρινόμαστε στην κλήση του, σπουδάζουμε την προσωπική του ετερότητα στον λόγο του, τον αγαπάμε.

Για πολλούς ο Καβάφης ή ο Βίτκενσταϊν είναι ανύπαρκτοι, ο λόγος τους δεδομένος, αλλά αδιάφορος ή μόνο χρηστικός, σαν κρεμάστρα ή καρέκλα γραφείου. Το ίδιο ανύπαρκτος είναι και «ο Θεός των φιλοσόφων και των λογίων» (Dieu des philosophes et des savants) όπως έλεγε ο Πασκάλ: Αφηρημένο αντικείμενο της νόησης, απρόσιτος στη σχέση, απροσπέλαστος στην εμπειρία – δεν μπορείς να πιστέψεις σ’ αυτόν, να τον εμπιστευθείς. Ανύπαρκτος και ο εμβληματικός «Θεός» των πληρωμένων της κάθε αυλής, που κρώζουν πανικόβλητη αισιοδοξία, ενώ ταυτόχρονα διαδοχολογούν ανήκεστα εξαρτημένοι από την παραισθησιογόνο εξουσία, προσβλέποντας στον θάνατο του άλλου για το νιτερέσο, σαν νεκροθάφτες.

Ο βασιλεύς κυρ Μανουήλ ο Κομνηνός «φορεί ενδύματα εκκλησιαστικά κ’ ευφραίνεται» σαν σε ερωτική αναμονή, σαν με λαχτάρα γυρισμού στην πατρίδα. Τραγούδησε άπειρες φορές στην πορεία του βίου ότι «ο θάνατος πατείται θανάτω». Και τώρα είναι έτοιμος να εισέλθει εις την χαράν του Νυμφίου και Κυρίου του.

Ναι, ευτυχισμένοι όλοι που πιστεύουν, και σαν τον βασιλέα κυρ Μανουήλ τελειώνουν ντυμένοι μες την πίστι των σεμνότατα.

Από την Καθημερινή της 27-10. Οι υπογραμμίσεις δικές μου.

25 Οκτ 2007

Προσευχή

LEONARD COHEN, If it be Your wil

If it be your will
That I speak no more
And my voice be still
As it was before
I will speak no more
I shall abide until
I am spoken for
If it be your will
If it be your will
That a voice be true
From this broken hill
I will sing to you
From this broken hill
All your praises they shall ring
If it be your will
To let me sing
From this broken hill
All your praises they shall ring
If it be your will
To let me sing

If it be your will
If there is a choice
Let the rivers fill
Let the hills rejoice
Let your mercy spill
On all these burning hearts in hell
If it be your will
To make us well

And draw us near
And bind us tight
All your children here
In their rags of light
In our rags of light
All dressed to kill
And end this night
If it be your will

If it be your will

22 Οκτ 2007

Don Mc Lean, "Vincent"


Starry
starry night
paint your palette blue and grey

look out on a summer's day
with eyes that know the
darkness in my soul.
Shadows on the hills
sketch the trees and the daffodils

catch the breeze and the winter chills

in colors on the snowy linen land.
And now I understand what you tried to say to me

how you suffered for your sanity
how you tried to set them free.
They would not listen
they did not know how

perhaps they'll listen now.

Starry
starry night
flaming flo'rs that brightly blaze

swirling clouds in violet haze reflect in
Vincent's eyes of China blue.
Colors changing hue
morning fields of amber grain

weathered faces lined in pain
are soothed beneath the artist's
loving hand.
And now I understand what you tried to say to me

how you suffered for your sanity
how you tried to set them free.
perhaps they'll listen now.

For they could not love you
but still your love was true

and when no hope was left in sight on that starry
starry night.
You took your life
as lovers often do;
But I could have told you
Vincent
this world was never
meant for one
as beautiful as you.

Starry
starry night
portraits hung in empty halls

frameless heads on nameless walls
with eyes
that watch the world and can't forget.
Like the stranger that you've met

the ragged men in ragged clothes

the silver thorn of bloddy rose
lie crushed and broken
on the virgin snow.
And now I think I know what you tried to say to me

how you suffered for your sanity

how you tried to set them free.
They would not listen
they're not
list'ning still
perhaps they never will.

16 Οκτ 2007

Ήταν μια μέρα συντονισμένης δράσης των ιστολόγων χθές, αφιερωμένη στο περιβάλλον.
Δεν το πήρα εγκαίρως είδηση και δεν "ανέβασα" τίποτα.

Δεν βαριέσαι, δεν έχασε κι η Βενετιά βελόνι.

Στριμόκωλα, λέει, τα πράγματα - τι να πω, τα ξέρουμε: Ανεβαίνουν τα νερά, οι πολικές αρκούδες και άλλα είδη ζώων σε τριάντα χρόνια μπορεί να είναι παρελθόν, το κλίμα πάει απ' το κακό στο χειρότερο, η Ελλάδα θα θυμίζει Λιβύη, η Νότια Ισπανία ερημοποιείται, και λοιπές ιστορίες φρίκης.




Όσον αφορά τα καθ' ημάς, κανείς δεν θέλει να ξαναδεί εικόνες σαν κι αυτές:






Ό,τι κι αν σκέπτομαι να γράψω μοιάζει φτωχό, κούφιο κι ανώφελο. Ούτε ευχολόγια, ούτε κατηγορητήρια χωρούν.

Ίσως η ελπίδα να υπάρχει μόνο σε τέτοιες προσπάθειες.

Πήγαμε με τη Ν. μια φορά. Άλλο κλίμα, άλλο ήθος απ' ό,τι συνήθως βλέπουμε κι ακούμε.

Ντρέπομαι που συμμετείχα μόνο άπαξ. Αλλά θα υπάρξουν κι άλλες ευκαιρίες.

11 Οκτ 2007

Αθήνα

Αν έχει κανείς το χρόνο να κοιτά και λίγο προς τα πάνω, καθώς περπατά στους δρόμους της Αθήνας, ανακαλύπτει πολλά ενδιαφέροντα κτίρια.

Κτίριο στην οδό Ζαϊμη, στα Εξάρχεια. Ελπίζω να γλυτώσει από τις "εκσυγχρονιστικές" ορέξεις του ΥΠ.ΠΟ.....


Τα περισσότερα είναι αρκετά φθαρμένα. Αλλά διασώζουν κάτι από την παλιά τους αίγλη και τις χαμένες δυνατότητες που είχε κάποτε αυτή η πόλη.



Οδός Θεμιστοκλέους

Έχουμε ξεκινήσει τελευταία τέτοιου είδους εξορμήσεις φωτογράφησηςμε τη Ν., οπότε θα υπάρξει πλούσιο υλικό, τόσο εδώ, όσο και στα Φωτογραφικά τετράδια.

9 Οκτ 2007

Έχει πλάκα ο συναισθηματισμός που μας διακατέχει....

Το πόσο γρήγορα μεταβλήθηκαν τα αισθήματα πολλών από εμάς απέναντι στον πρόεδρο του ΠΑ.ΣΟ.Κ. μετά την ήττα και την αρχηγική εμφάνιση του λαίμαργου δελφίνου το βράδυ της 16ης Σεπτεμβρίου...

Το πώς η αναφορά στον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης με τη χρήση του υποκοριστικού του ονόματός του, δηλώνει πλέον όχι απαξίωση αλλά συμπάθεια...


Το κωμικό πάει αγακαλιά με το τραγικό, όμως, όταν το συμπαθητικό προφίλ ενός ανθρώπου και κάποιες επιθετικές κινήσεις άλλων εις βάρος του, πλασάρονται ως πολιτική πρόταση, ελλείψει οποιασδήποτε άλλης - όπως παρουσιάζει πολύ εύστοχα και η γελοιογραφία του Ανδρέα Πετρουλάκη από την "Καθημερινή" της Κυριακής.


5 Οκτ 2007

Εξ αφορμής της χθεσινής Ημέρας των Ζώων






...Μου αρέσουν οι γάττοι. Υπάρχει τόση αξιωματική αξιοπρέπεια παρ' αυτοίς! Ως να λέγουν "πώς τολμάς;", ή: "φύγε, μη μ'εγγίζεις!"


(Από μετάφραση του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη -όσο τη θυμάμαι, μια και δεν βρίσκω το βιβλίο- στο "On Vanity and vanities" -"Περί Ματαιότητος και ματαιοτήτων"- του Άγγλου ευθυμογράφου Jerome K. Jerome. Από τις περιπτώσεις που η μετάφραση είναι καλύτερη από το πρωτότυπο).

2 Οκτ 2007

Μπουλντόζες στην υπηρεσία της Νέας Μεγάλης Ιδέας



Επιθετικό, κυριαρχικό, αιχμηρό, υπερφίαλο, στομφώδες: Αυτοί είναι οι χαρακτηρισμοί που μου έρχονται αβίαστα σαν βλέπω από κοντά το νέο μουσείο, το οποίο θα στεγάσει τα γλυπτά του Παρθενώνα. Μην απατάσθε: Στις φωτογραφίες δεν δείχνει τόσο άσχημο, μόνο και μόνο λόγω κλίμακας.
Kαι είναι ειρωνικό, το πόσο αυτό το κατασκεύασμα έρχεται σε κραυγαλέα αντίθεση με το μέτρο που τόσο ιδιοφυώς χαρακτηρίζει τον Παρθενώνα, τα γλυπτά του οποίου πρόκειται να στεγάσει.

Υπάρχει, βεβαίως η πιθανότητα εγώ να είμαι απολίτιστος και να μην μπορώ να εκτιμήσω την ιδιοφυή σύλληψη του κ. Μπερνάρ Τσουμί. Αλλά δεν το νομίζω.

Κάνοντας έναν περίπατο στου Μακρυγιάννη και βλέποντας άξαφνα να προβάλλον πίσω από τα κτίρια οι τόσο επιθετικές γωνίες του Νέου Μουσείου, νόμιζα ότι γίνομαι μάρτυρας επιδρομής εξωγήινων.

Δεν αμφιβάλλω ότι εσωτερικά το νέο μουσείο θα είναι άρτιο, ενδεχομένως και εξαίρετο. Αλλά το μέγεθος και η επιθετικότητά του, με τα διασταυρούμενα επίπεδα και τις απειλητικές γωνίες, καταπιέζει ό,τι βρίσκεται πλάι του.


Ίσως κάπου αλλού, έχοντας χώρο να ανασάνει, να έδειχνε καλύτερο.

To παρασκήνιο του διαγωνισμού και η προϊστορία της υπόθεσης «Νέο Μουσείο Ακρόπολης» έχουν αδιαμφισβήτητο ενδιαφέρον. Όπως έγραφε και ο «Ιός» της Ελευθεροτυπίας το 2002, μόλις δηλαδή είχε πάρει την πρωτιά στο διαγωνισμό ο πολύς κ. Τσουμί:

(….) Αυτό που ο μεγάλος αρχιτέκτονας Αριστομένης Προβελέγγιος είχε αποκαλέσει «ύβρι προς την Ακρόπολη» ετοιμάζεται πυρετωδώς. Το Νέο Μουσείο της Ακρόπολης χτίζεται στον πιο ακατάλληλο χώρο, κάτω από συνθήκες που θυμίζουν το παλαιό εκείνο έτος 1970.

(….) Κάτω από το συνθλιπτικό βάρος των δύο σύγχρονων «μεγάλων ιδεών» του έθνους, δηλαδή της Ολυμπιάδας του 2004 και της επιστροφής των Μαρμάρων του Παρθενώνα, οι εύλογες αντιρρήσεις κάμπτονται και αυτά που δεν θα τα συζητούσαμε καν πριν από λίγα χρόνια, τώρα επιβάλλονται ως αναγκαία κακά και μάλιστα επείγοντος χαρακτήρα. Αλλά τι να πει κανείς, όταν ακόμα και ο ίδιος ο Μπερνάρ Τσουμί, ο νικητής του αρχιτεκτονικού διαγωνισμού, είχε συνυπογράψει πριν από πέντε χρόνια κείμενο διαμαρτυρίας είκοσι αρχιτεκτόνων και πανεπιστημιακών από όλο τον κόσμο, οι οποίοι ζητούσαν από την ελληνική κυβέρνηση να επανεξετάσει την απόφασή της και να μην προχωρήσει στην εγκατάσταση ενός μεγάλου μουσείου στη θέση Μακρυγιάννη; Το σημαντικό αυτό κείμενο, το οποίο συνέταξε ο διάσημος βρετανός καθηγητής στην Ιστορία της Αρχιτεκτονικής στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια Κένεθ Φράμπτον, φέρει ημερομηνία 28/4/1997 και έχει κατατεθεί επισήμως στο υπουργείο Πολιτισμού. Με σοβαρά επιχειρήματα, οι επιστήμονες διεθνούς κύρους ζητούσαν από το ελληνικό κράτος «να σταματήσει την παρούσα πολιτική του, δηλαδή την πολιτική της με κάθε τίμημα ανέγερσης του κτιρίου στην τοποθεσία Μακρυγιάννη». Ο κ. Τσουμί, απαντώντας σε σχετική ερώτηση, κατά την πρόσφατη παρουσίαση της μελέτης του, εμφανίστηκε να μη θυμάται την υπόθεση αυτή και να αμφισβητεί το γεγονός ότι έχει συνυπογράψει.

(…) όμως, αποδείχτηκε εκ των υστέρων, στο μυαλό των παραγόντων του υπουργείου Πολιτισμού δεν υπήρχε παρά μόνο η λύση Μακρυγιάννη. Στο διαγωνισμό πήραν μέρος 438 αρχιτεκτονικά γραφεία από όλο τον κόσμο. Με συνοπτικές διαδικασίες ξεκαθαρίστηκαν τα πολλά και μέσα σε τρεις μέρες επιλέχθηκε η λύση των ιταλών αρχιτεκτόνων Μανφρέντι Νικολέτι και Λούτσιο Πασαρέλι. Υπολογίζεται ότι για κάθε μελέτη οι κριτές δαπάνησαν τέσσερα (4) μόλις λεπτά. Πολύ γρήγορα, η υπόθεση σκόνταψε στα αρχαιολογικά ευρήματα, στο υπέρογκο κόστος των απαλλοτριώσεων και στο σταθμό του μετρό που άρχισε να κατασκευάζεται στα όρια του ίδιου χώρου. Εκ των υστέρων διαπιστώνουμε ότι οι υπεύθυνοι του υπουργείου απέφυγαν να δώσουν στους διαγωνιζόμενους το στοιχείο ότι εκεί επρόκειτο να χτιστεί ο σταθμός του μετρό. Μέχρι να τελειώσει ο διαγωνισμός καθυστέρησε η έναρξη των εργασιών του μετρό, με αποτέλεσμα στη συνέχεια να διεκδικήσει (και να πάρει) σημαντική αποζημίωση η εταιρεία κατασκευής του. Με τα νέα δεδομένα έπρεπε να αναθεωρηθεί και η αρχική μελέτη των Ιταλών, επιβαρύνοντας ακόμα περισσότερο το αρχικό κόστος.

Το τελειωτικό χτύπημα ήρθε από το Συμβούλιο της Επικρατείας, το οποίο με την απόφαση 2137 (24 Σεπτεμβρίου 1993) έκανε δεκτή την προσφυγή του ΣΑΔΑΣ και ακύρωσε το διαγωνισμό.
Η κυβέρνηση, όμως, δεν είχε πει τον τελευταίο της λόγο. Η υπόθεση «ιδιωτικοποιήθηκε». Συγκροτήθηκε ειδικός οργανισμός ιδιωτικού δικαίου, ο «Οργανισμός για την Ανέγερση του Νέου Μουσείου Ακρόπολης» (ΟΑΝΜΑ), ο οποίος ανέθεσε απευθείας το έργο στους δύο ιταλούς αρχιτέκτονες. Και ενώ η υπόθεση προχωρούσε -ακόμα μια φορά- προς την τελική της ευθεία, ξαφνικά το έργο σταμάτησε, οι Ιταλοί αποζημιώθηκαν και αποχώρησαν.
Οι Ιταλοί, όπως και οι 437 διαγωνιζόμενοι, είχαν τη διαβεβαίωση ότι μπορούν να χτίσουν άφοβα πάνω στα αρχαία. Στην προκήρυξη του διαγωνισμού του 1989-90 διαβάζουμε: «Υστερα από την αρχαιολογική έρευνα που πραγματοποιήθηκε και με τη σύμφωνη γνώμη του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου, το οικόπεδο Μακρυγιάννη θεωρείται ότι έχει εξαντληθεί ανασκαφικά και ότι μπορεί να αποδοθεί ελεύθερο για την ανέγερση του
Μουσείου». Προτού, όμως, καλά καλά σκεπάσουν την ανασκαφή, πέρασε από δίπλα ο Μετροπόντικας και αποκάλυψε την αλήθεια. Ο χώρος αυτός περιέχει σημαντικότατα αρχαιολογικά ευρήματα, τα οποία δεν επιτρέπεται να καταστραφούν στο όνομα καμιάς «μεγάλης ιδέας».
Το ομολογεί η προκήρυξη του πρόσφατου διαγωνισμού (2000-2001): «Μεσολάβησε μια απρόοπτη εξέλιξη, η οποία ανέτρεψε τον αρχικό προγραμματισμό. Οι αρχαιολογικές ανασκαφές που έγιναν ενόψει της κατασκευής του έργου απεκάλυψαν τμήμα της πόλης του 1ου-7ου μ.Χ. αιώνα. Τα αρχαία που βρέθηκαν στο οικόπεδο του μουσείου αποδείχθηκαν σε σημασία πέραν από τις αρχικές προβλέψεις».
Για να ξεπεραστεί το πρόβλημα, ο ΟΑΝΜΑ περιέλαβε στην προκήρυξη του διαγωνισμού την υποχρέωση των μελετητών να εντάξουν μέρος της ανασκαφής στο νέο μουσείο.


(…) το υπουργείο Πολιτισμού διά του ΟΑΝΜΑ προχώρησε σε κλειστό διαγωνισμό το 2000-01, στον οποίο συμμετείχαν τελικά δώδεκα ομάδες. Το πρόβλημα είναι ότι ο διαγωνισμός παραήταν «κλειστός», σε σημείο που πολλοί να θεωρούν ότι στην πραγματικότητα υπήρξε απευθείας ανάθεση στους νικητές. Το σίγουρο είναι ότι η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Πολιτισμού επιθυμούσε την ανάμιξη κάποιου «ηχηρού» ονόματος στην υπόθεση, έτσι ώστε να επαναληφθεί το «εφέ Καλατράβα».
(…) Φυσικά η «επείγουσα» μορφή αυτού του έργου (που σχεδιάζεται ήδη επί 25 χρόνια)
συνδυάζεται και με την άλλη «μεγάλη ιδέα» του έθνους, την επιστροφή δηλαδή των Μαρμάρων από το Βρετανικό Μουσείο. Βέβαια, από πουθενά δεν προκύπτει ότι επίκειται η συγκατάθεση των βρετανικών αρχών για την επιστροφή, είτε υπάρχει νέο μουσείο είτε όχι. Αν, μάλιστα, το νέο μουσείο χτιστεί με τέτοιες διαθέσεις προσβολής του Ιερού Βράχου, θα προστεθεί άλλο ένα επιχείρημα εναντίον του ελληνικού αιτήματος. Από την άλλη πλευρά, αυτή η δεύτερη σύγχρονη «μεγάλη ιδέα», έχει μια αχίλλειο πτέρνα που σχετίζεται άμεσα με την υποχρεωτική χωροθέτηση του μουσείου στου Μακρυγιάννη. Το ελληνικό επιχείρημα είναι ότι τα Μάρμαρα πρέπει να επιστραφούν επειδή είναι «αναπόσπαστο κομμάτι» του μνημείου. Ομως είναι γνωστό ότι με τις σημερινές περιβαλλοντικές συνθήκες δεν είναι δυνατόν να τοποθετηθεί κανένα ανάγλυφο στον Παρθενώνα. Αρα θα φιλοξενηθούν πάλι σε μουσείο. Για να προτιμηθεί το μουσείο της Ακρόπολης από το Βρετανικό πρέπει να υπάρχει κάποια υποτιθέμενη άμεση σύνδεση του Παρθενώνα με το μουσείο. Αυτός είναι ο λόγος που στο πρόγραμμα του διαγωνισμού επιτάσσεται η «παροχή δυνατότητας στον επισκέπτη να βλέπει συγχρόνως τα αρχιτεκτονικά γλυπτά του Παρθενώνα στο Νέο Μουσείο και τον ίδιο τον Παρθενώνα στην Ακρόπολη»!
Για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος επιβάλλεται βέβαια να υψωθεί το Μουσείο πέντε μέτρα πάνω από το υψηλότερο σημείο του διατηρητέου κτιρίου Weiler και να ανατρέψει όλους τους περιορισμούς που ισχύουν στην περιοχή για να προστατεύουν το τοπίο της Ακρόπολης. Με τις παρεκκλίσεις που θεσπίζει η προκήρυξη, το ύψος της νότιας πλευράς του μουσείου θα φτάνει τα 40 μέτρα, ξεπερνώντας κατά 15-20 μέτρα το ύψος των πολυκατοικιών της περιοχής".
(Οι υπογραμμίσεις, δικές μου).


Και ερχόμαστε στο ακανθώδες ζήτημα των δύο διατηρητέων.

Δεν με πείθει ούτε στο ελάχιστο η λογική των υπερμάχων της κατεδάφισης. Πιστεύω στην συνέχεια, στη ζωντανή ιστορία μιας πόλης. Η ζωή μας δεν είναι τα μουσεία ή τα μάρμαρα μόνο, τα κατάλοιπα ενός ένδοξου παρελθόντος. Είναι και το χθες και το σήμερα, και μεταξύ των άλλων, η δυνατότητα ενός περιπάτου ανάμεσα σε κτίρια, στα οποία ανάγλυφο φαίνεται το πρόσφατο παρελθόν. Ένας περίπατος στις Βρυξέλλες -χαρακτηριστική η Grande Place, με τα κτίρια των Συντεχνιών ολόγυρα- ή το Βερολίνο, δείχνει εναργώς πόσο σημαντικό είναι αυτό το στοιχείο της συνέχειας, πόσο πολλά δίνει στην όψη της πόλης και στην καθημερινότητα των κατοίκων, αλλά και των επισκεπτών της. Και η Αθήνα, με μια πρόσφατη αστική ιστορία μικρότερη από δυο αιώνες -μια και μέχρι την απελευθέρωση ήταν ουσιαστικά ένα χωριό- δεν έχει τον πλούτο άλλων πόλεων, όπως η Θεσσαλονίκη.




Παρακάτω, ακολουθεί ανθολόγιο αποσπασμάτων από άρθρα που δημοσιεύθηκαν τους τελευταίους μήνες σχετικά με το θέμα. Οι υπογραμμίσεις είναι πάλι δικές μου.

"Είμαστε υπέρ ή κατά της κατεδάφισης των δύο πολυκατοικιών στο 17 και το 19 της Διονυσίου Αρεοπαγίτου; Αξίζει να θυσιάσουμε ένα σημαντικό αρχιτεκτόνημα, όπως είναι η πολυκατοικία του Βασίλη Κουρεμένου, προκειμένου το εστιατόριο - όπως αναφέρθηκε - του νέου Μουσείου της Ακρόπολης να απολαμβάνει ανεμπόδιστη οπτική επαφή με τον Ιερό Βράχο; Ο ακρωτηριασμός του αστικού μετώπου της Διονυσίου Αρεοπαγίτου κρίνεται απαραίτητος προκειμένου να συνδιαλέγεται το Μουσείο με τα μνημεία της Ακρόπολης; Με την υπογραφή του αστέρα της διεθνούς αρχιτεκτονικής Μπερνάρ Τσουμί, το Νέο Μουσείο της Ακρόπολης είναι το πιο φιλόδοξο έργο στην Αθήνα των τελευταίων δεκαετιών. Με αυτά τα δεδομένα το δίλημμα μοιάζει εξαιρετικά βαρύ κι αδικαιολόγητο. Γιατί πρέπει να επιλέξουμε ανάμεσα στη διάσωση της διατηρητέας πολυκατοικίας του Κουρεμένου, και κατ’ επέκταση μέρους της ιστορικής μνήμης της πόλης, και στην εξασφάλιση των καλύτερων δυνατών συνθηκών για την ανάδειξη και την ακτινοβολία του μουσείου των Μπερνάρ Τσουμί και Μιχάλη Φωτιάδη; Γιατί το ένα να αναιρεί το άλλο; Οι Τσουμί και Φωτιάδης, εξάλλου, έχουν λάβει υπόψη τους και τις δύο πολυκατοικίες, «εφόσον ήταν μέσα στο περίγραμμα των όρων του διαγωνισμού. Ο κόσμος θα κρίνει όταν δει τα πράγματα από μέσα προς τα έξω. Για την ώρα όλες οι εντυπώσεις είναι από έξω προς τα μέσα», λέει ο κ. Φωτιάδης. Στη θυελλώδη κοινή συνεδρίαση του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου και του Κεντρικού Συμβουλίου Νέων Μνημείων της 3/7 χρειάστηκε η διπλή ψήφος του προεδρεύοντος Χρήστου Ζαχόπουλου για να αποφασιστεί τελικά ο αποχαρακτηρισμός της πολυκατοικίας του Κουρεμένου και να ανοίξει ο δρόμος για την κατεδάφισή της. Υπάρχει όμως λόγος να τη στερηθεί η πόλη; «Κατ’ αρχήν δεν είμαι σύμφωνος με την κατεδάφιση, αλλά το θέμα είναι εξαιρετικά πολύπλοκο», λέει ο αρχιτέκτονας Δημήτρης Αντωνακάκης. «Η απόφαση της 3/7 ήταν πολύ βεβιασμένη και πρόχειρη. Ελήφθη χωρίς να έχουμε πλήρη επίγνωση των δεδομένων που θα προκύψουν, διότι ως ένας νέος οργανισμός το μουσείο οπωσδήποτε θα δημιουργήσει μεγάλες περιβαλλοντικές αναταράξεις μέσα στο χώρο που θα χτιστεί, αυτό είναι φυσικό. Αρα πρέπει να περιμένουμε και να αφήσουμε το χρόνο να αναδείξει τα όποια προβλήματα προκειμένου να συζητήσουμε το θέμα με σοβαρότητα». Μπορεί η συζήτηση να αφορά και τα δύο κτίρια της Διονυσίου Αρεοπαγίτου, αλλά δεν είναι της ίδιας σπουδαιότητας. Το κτίριο στον αριθμό 19, που ανήκει στο συνθέτη Βαγγέλη Παπαθανασίου, έχει κυρίως αξία ως συνοδευτικό της πολυκατοικίας του Κουρεμένου, εφόσον διασώζει το μέτωπο της Διονυσίου Αρεοπαγίτου. «Η πολυκατοικία του Κουρεμένου (1875-1957) είναι ένα από τα καλύτερα εκλεκτικιστικά έργα της αρτ ντεκό και από τα αξιολογότερα κτίρια αυτής της περιόδου που έχουμε στην Αθήνα. Μάλιστα το 1999 επελέγη από επιτροπή Ελλήνων και ξένων επιστημόνων ως ένα από τα 113 έργα που αντιπροσωπεύουν την ελληνική αρχιτεκτονική από τα μέσα του 19ου μέχρι τα τέλη του 20ού αιώνα, στην έκθεση του ΕΙΑ στην Ευρώπη. Και τώρα θα το γκρεμίσουμε;», αγανακτεί η καθηγήτρια στο ΕΜΠ Μάρω Καρδαμίστη - Αδάμη. Η είσοδος της τετραώροφης πολυκατοικίας του 1930 πλαισιώνεται από δύο ανάγλυφες μαρμάρινες παραστάσεις γυναικείων μορφών – δύο σύγχρονες Καρυάτιδες ντυμένες με ηπειρώτικη φορεσιά. Στο ύψος του τέταρτου ορόφου υπάρχουν δύο ψηφιδωτά, «τα οποία πιθανότατα φιλοτέχνησε ο Στέφανος Ξενόπουλος, αδελφός του Γρηγορίου Ξενόπουλου, ο οποίος ήταν ο μοναδικός που εκείνη την εποχή έκανε τέτοιου είδους ψηφιδωτά στην Ελλάδα», μας λέει η κ. Αδάμη. Γιατί συνιστά υπέρτερο δημόσιο συμφέρον η ανεμπόδιστη οπτική επαφή του Μουσείου με τον Ιερό Βράχο, από τη διατήρηση του πολιτισμικού παλίμψηστου της πόλης; «Το Μουσείο άλλωστε δεν κλείνεται πλήρως». Από την αίθουσα των γλυπτών του Παρθενώνα φαίνεται ολόκληρος ο Ιερός Βράχος. Τα δύο κτίρια εμποδίζουν τη θέα προς τον Ιερό Βράχο -αλλά όχι και τον Παρθενώνα- από το εστιατόριο και τους κάτω ορόφους», επισημαίνει η κ. Αδάμη. «Γιατί ο διάλογος του Μουσείου με τα μνημεία της Ακρόπολης προϋποθέτει την ανεμπόδιστη θέα;», θέτει το ερώτημα ο κ. Αντωνακάκης. «Ας σκεφτούμε και λίγο την πόλη. Λέχθηκε ότι τα δύο κτίρια δημιουργούν ένα θόρυβο ανάμεσα στον Παρθενώνα και το Μουσείο. Ας περιμένουμε να δούμε μήπως αυτός ο θόρυβος μπορεί να μετατραπεί σε μια χαμηλόφωνη μελωδία που θα θυμίζει και σε μας τους ιθαγενείς κάτι από αυτήν την πόλη που μας υφίσταται και την καταστρέφουμε συνεχώς». Η ανάγκη να επενδύσει επιτέλους η Αθήνα σε σύγχρονη αρχιτεκτονική είναι επιτακτική. Ο κ. Αντωνακάκης δεν διαφωνεί. «Χρειαζόμαστε, όμως, μια ισορροπία. Πώς θα αξιοποιήσουμε τον πλούτο του παρελθόντος; Μη συντηρώντας τίποτε; Συντηρώντας τα πάντα; Ερώτημα θέτω. Δεν λέω πως πρέπει να τα συντηρήσουμε όλα. Δεν είναι σοβαρό όμως να παίρνουμε αποφάσεις σε θέματα που έπρεπε να είχαν προβλεφθεί». Πάντως, ο πρόεδρος του Δ.Σ. του ΟΑΝΜΑ κ. Δημήτρης Παντερμαλής λέει πως ο μόνος λόγος που στους όρους του διαγωνισμού προβλεπόταν η διατήρηση των δύο κτιρίων είναι πως εκείνη τη χρονική στιγμή δεν υπήρχε η νομική δυνατότητα αποχαρακτηρισμού τους.Η ενδεχόμενη κατεδάφιση του 17 της Διονυσίου Αρεοπαγίτου θα σημάνει και την κατάργηση ενός μέρους της αστικής Ιστορίας μας. Μήπως, όμως, μακροπρόθεσμα θα αποδειχτεί πως το τίμημα είναι μικρό; Η κ. Αδάμη θεωρεί πως για την ώρα δεν υπάρχει κανένας απολύτως λόγος να το πληρώσουμε. «Ενα μνημείο, αν το γκρεμίσουμε, δεν ξαναχτίζεται. Στη σημερινή εποχή δεν κατεδαφίζονται πουθενά τα μνημεία. Αν στο μέλλον αλλάξει η λογική, ας το συζητήσουν ξανά οι Αθηναίοι». Αν μια πόλη έχει νόημα ως σύνθεση μνημείων που αντιπροσωπεύουν τις διαφορετικές ιστορικές φάσεις της, τότε δεν υπάρχει λόγος να στερηθεί η Αθήνα ένα έργο τέχνης. Ή αν πράγματι υπάρχει, έχουμε χρόνο να το συζητήσουμε. Εξάλλου, το κύρος των υπογραφών Τσουμί και Φωτιάδη δίνει άριστες εγγυήσεις για τον τρόπο με τον οποίο έχουν διαχειριστεί το θέμα του όγκου των δύο κτιρίων, εξασφαλίζοντας τη συνομιλία του Νέου Μουσείου με τα μνημεία του Ιερού Βράχου. Γιατί ερχόμαστε αντιμέτωποι με διλήμματα πριν καν ανοίξει το Μουσείο;"

Κατερίνα Οικονομάκου, e-typos.gr



"(...) Πριν καν προλάβουμε να αφομοιώσουμε, σ’ αυτόν τον ανώριμο τόπο, το απόσταγμα των διεθνών συμβάσεων (Xάρτα της Βενετίας, Διακήρυξη του Αμστερνταμ, Σύμβαση της Γρανάδας κ.λπ.), ακούσαμε και μια νέα θεωρία: την περί «διαλόγου των αιώνων»!
(...) ....μόλις κατορθώσαμε και μάθαμε (;) ότι η αρχιτεκτονική κληρονομιά, ο ανθρώπινος πολιτισμός εν γένει, κτίζεται συνεχώς με την προσθήκη των νέων έργων στον παλιό ιστό, με την αντικατάσταση των έργων που εξεμέτρησαν τον βίο τους από νέα, αλλά και με τη διατήρηση, ανάμεσά τους, των ξεχωριστών έργων του παρελθόντος - αυτών που χαρακτηρίστηκαν ως «διατηρητέα»: Μόλις λοιπόν άρχισε η κοινωνία μας να παίρνει είδηση για το τι σημαίνει πολιτισμικό παλίμψηστο, για το πώς οι διατηρούμενες φάσεις παλαιότερων εποχών, καθώς σφιχταγκαλιάζονται με τις επόμενες προσθήκες, με τα νεότερα έργα, συναπαρτίζουν το αναγνώσιμο πολιτισμικό τοπίο, ξανάρθε η λαίλαπα της κάθαρσης, μέσω της αλαζονικής πίεσης του νέου έργου και των θιασωτών του. Θιασωτών που δεν έχουν ούτε τη νηφαλιότητα, ούτε, δυστυχώς, τη γνώση για να κάνουν μια προβολή στο μέλλον και να αναρωτηθούν: μετά 50 χρόνια, άραγε, η ιστορία της αρχιτεκτονικής θα κάνει ιεραρχήσεις και θα προβαίνει σε προτιμήσεις σαν αυτές που προβάλλονται από εκείνους που οραματίζονται ένα ενιαίο αρχαιολογικό πάρκο, το οποίο, όμως, προέκυψε ξαφνικά, μέσω των πρόσφατων ανασκαφών στα θεμέλια του νέου μουσείου; Ή μήπως το 2060 ο ιστορικός της αρχιτεκτονικής θα εξακολουθεί να κατατάσσει στα εκλεκτά έργα του μοντέρνου κλασικισμού και του art deco το κτίριο στη Διονυσίου Αρεοπαγίτου 17 του μεσουρανούντος κατά τον Μεσοπόλεμο αρχιτέκτονα και ακαδημαϊκού Β. Κουρεμένου; Και μήπως, ίσως, να μη του περισσεύσει ούτε υποσημείωση για το «masterpiece» της σημερινής αρχιτεκτονικής με τα ελεφάντινα πόδια κάτω από την επιθετική προβοσκίδα, που στεγάζει αμήχανα την είσοδο και φέρει τις… ομπρέλες του αναψυκτηρίου; Και μήπως, ακόμη, το τεράστιο γυάλινο πρίσμα του Νέου Μουσείου κάτω από τον ανελέητο αττικό ήλιο θα έχει κακογεράσει τόσο, που οι πατιναρισμένες ορθομαρμαρώσεις, τα ανάγλυφα και τα ψηφιδωτά, των προπολεμικών κτιρίων θα δείχνουν τη διαφορά ανάμεσα στα υλικά του συρμού και τα υλικά των μνημείων; Αυτών, δηλαδή, που κάποιοι θέλουν να κατεδαφίσουν, χάριν του… διαλόγου; Για μένα και, νομίζω, για όσους αισθάνονται τη νέα αρχιτεκτονική ως συμβολή νέων ψηφίδων στον παλαιότερο πολιτισμό, για όσους έχουν ξεπεράσει τις μεγαλεπήβολες πολεοδομικές «καθάρσεις» δεν υπάρχει «δίλημμα της κατεδάφισης»".

(από άρθρο του αρχιτέκτονα Γιάννη Κιζή στην Καθημερινή)


(...)όσο για την επιστροφή των γλυπτών του Παρθενώνα από το Βρετανικό Μουσείο, ο Μπερνάρ Τσουμί ήταν απρόβλεπτα αισιόδοξος: «Πάντοτε πίστευα ότι, αν το Μουσείο ήταν αρκετά καλό, τα γλυπτά θα επέστρεφαν στην Ελλάδα».
Πηγή: Εφημερίδα Ελευθεροτυπία

Το νέο εθνικό παραισθησιογόνο, η Νέα Μεγάλη Ιδέα, λοιπόν.... Να εξηγεί αυτό, άραγε, γιατί τόση σπουδή όσον αφορά την κατεδάφιση των δύο διατηρητέων;

«Στη Γερμανία και τη Γαλλία υπάρχουν μεσαιωνικές πόλεις με καθεδρικούς ναούς στις οποίες άλλοτε διατηρήθηκαν τα παλιά κτίρια κοντά στις εκκλησίες κι άλλοτε κατεδαφίστηκαν για να δημιουργηθούν ανοίγματα- πλατείες έτσι ώστε ο καθεδρικός να ξεχωρίζει», είπε ο αρχιτέκτονας του Νέου Μουσείου Ακροπόλεως Μπερνάρ Τσουμί (εδώ η θέα από τον Ιερό Βράχο προς το μουσείο) «Το Νέο Μουσείο Ακροπόλεως πρέπει να εξασφαλίζει την ορατότητα της Ακρόπολης», υποστήριξε ο Μπερνάρ Τσουμί σε συζήτηση για τα δημόσια κτίρια στις σύγχρονες μητροπόλεις.
«Αναρωτιέμαι αν η συνύπαρξη του Νέου Μουσείου Ακροπόλεως και των άλλων κτιρίων ιδιωτικού χαρακτήρα θα συνεισφέρουν στον διάλογο με την Ακρόπολη. Δεν έχω απάντηση. Όταν όμως ανεβαίνω στην ταράτσα του Νέου Μουσείου και αντικρύζω την Ακρόπολη, λέω: μπορούν αυτά τα κτίρια της εποχής του ΄30 να αποτελέσουν μέρος της συζήτησης μεταξύ της Ακρόπολης και του μουσείου με το τοπίο της πόλης; Ή απλά τα κτίρια αυτά θα προκαλούν έναν “θόρυβο” στον διάλογο μουσείου- μνημείου;», είπε ο αρχιτέκτονας Μπερνάρ Τσουμί, στη χθεσινή ανοιχτή συζήτηση με θέμα «Δημόσιο κτίριο και αστικό μητροπολιτικό τοπίο».
Συζήτηση που έφερε σε συνάντηση τον άνθρωπο που σχεδίασε το Νέο Μουσείο (μαζί με τον Μιχάλη Φωτιάδη) με έξι Έλληνες αρχιτέκτονες. Και πυροδότησε αντικρουόμενες απόψεις εξαιτίας της επικαιρότητας με πρωταγωνιστές τα δύο κτίρια στη Διονυσίου Αρεοπαγίτου (17 και 19) που περιορίζουν την ορατότητα του μνημείου από το μουσείο.

Ο Μπερνάρ Τσουμί μίλησε για τον ιδιαίτερο χαρακτήρα του μουσείου που παίρνει νόημα επειδή έχει αλληλεπίδραση με την Ακρόπολη: «Επιχειρούμε με αυτό το κτίριο να δείξουμε την Ακρόπολη από μία διαφορετική οπτική γωνία. Γι΄ αυτό και είναι σημαντικό να καταστήσουμε πλήρη την ορατότητα του μνημείου μέσα από τις αίθουσες και την ταράτσα του μουσείου».
Μίλησε επίσης για τον ρόλο του μουσείου Γκουγκενχάιμ στο Μπιλμπάο, του Μπομπούρ και της πυραμίδας του Λούβρου στο Παρίσι, της Δημοτικής Βιβλιοθήκης του Σιάτλ, του μουσείου του Άμπου Ντάμπι. «Σε αντίθεση με τα άλλα σύγχρονα μουσεία που έχουν δημιουργηθεί πρόσφατα και δεν έχουν περιεχόμενο αλλά επιδεικνύουν τη μορφή τους για να στολίσουν μία πόλη, το Νέο Μουσείο έρχεται σε διάλογο με το μνημείο», είπε.Άποψη στην οποία η καθηγήτρια στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο Μάρω Καρδαμίτση- Αδάμη αντιτάχθηκε: «Αν φύγουν τα κτίρια αρχιτεκτονικού ύφους της δεκαετίας του ΄30, τότε το μουσείο θα αποτελεί μία θρασεία αντιπαράθεση όγκων του νέου προς το παλιό. Με συνέπεια να βλάπτεται η συνέχεια του αστικού ιστού».

(...) "Ας μην ξεχνάμε πως οι κατοικίες του ΄30, το κτίριο Βάιλερ και το Νέο Μουσείο Ακροπόλεως έχουν ελάχιστη σημασία απέναντι στην Ακρόπολη", ήταν η άποψη του Μπερνάρ Τσουμί.

Πηγή: Εφημερίδα Τα Νέα


Συμπέρασμα: Για τη νέα Μεγάλη Ιδέα, λοιπόν, και τον αυτοδικαιωτισμό διαφόρων - του πολύ κ. Τσουμί μη εξαιρουμένου- η πόλη μας κινδυνεύει να γίνει αισθητικά ακόμη φτωχότερη.

Ο μέγας σταρ της μοντέρνας αρχιτεκτονικής κ. Τσουμί, όμως, δεν είναι υποχρεωμένος να κατοικεί στην Αθήνα.
Για την καθημερινότητα τη δική μου στην πόλη που ζω, η σημασία των δύο πολυκατοικιών της Δ. Αρεοπαγίτου δεν είναι καθόλου ελάχιστη.
Δεν είναι Παρίσι, Βερολίνο ή Άμστερνταμ η Αθήνα, να έχει την πολυτέλεια να γκρεμίζει τα ελάχιστα όμορφα κτίρια που της έχουν απομείνει.

Οι θιασώτες ανάλογων «πολεοδομικών καθάρσεων», που απεραντολογούν μεγαλόστομα και υποστηρίζουν την κατεδάφιση, χάριν ενός ευρύτερου και μεγαλύτερου δημοσίου συμφέροντος – το οποίο, σημειωτέον, δείχνουν απόλυτα βέβαιοι πως μόνοι αυτοί κατέχουν- πιθανώς ζουν και κινούνται σε άλλους χώρους - φαντασιακούς, να υποθέσω;

Στις παραπάνω δύο φωτογραφίες, φαίνεται ένα ακόμη art deco κτίριο στο νούμερο 37 της Διονυσίου Αρεοπαγίτου, αρκετά μακριά από το Μουσείο. Κι αυτό έργο του Κουρεμένου.
Ευτυχώς, δεν κινδυνεύει - ακόμα...

1 Οκτ 2007

Το μικροσκοπικό, χαριτωμένο πλάσμα εμφάνισε νωρίς τα συμπτώματα της ασθένειας: καταρροή, αδυναμία, αφαγία. Το έκπληκτο, αθώο βλέμμα του, με το οποίο ανακάλυπτε έναν κόσμο που αντίκρυζε για πρώτη φορά, έχασε τη σπιρτάδα του.

Δεν υπήρχε τίποτε που να μπορεί να κάνει κανείς. Κι αυτό και η μάνα του ήταν σωστά αγρίμια - αδύνατον να δεχτούν να πάρουν φάρμακα.

Μέρα τη μέρα, παραπονιόταν με ολοένα πιο αδύναμη φωνή.

Η μητέρα του, στην οποία έμοιαζε εντυπωσιακά, παρέστεκε πλάι του, αδύναμη να προσφέρει κάποια ουσιαστική βοήθεια. Απλώς στεκόταν μαζί του, στα σκαλιά, ρουφώντας λίγο φθινοπωρινό ήλιο και το άγγιζε, το αγκάλιαζε και απαντούσε στα αδύναμα κλαυθμυρίσματά του με παρηγοριές ειπωμένες στην παράξενη γλώσσα τους.

Δεν άντεξε πολύ το μικρό. Η μαμά γάτα θα το ξεχνούσε, ασφαλώς, πολύ σύντομα - ήταν ήδη ασυνήθιστη για το είδος της η φιλοστοργία που είχε επιδείξει κατά τις τελευταίες ημέρες του μικρού της.

Ο παρατηρητής, στην αυλή του οποίου έλαβαν χώρα τα γενόμενα, το βρήκε ψόφιο μετά από λίγες ημέρες και περισυνέλεξε το πανάλαφρο, άψυχο κορμάκι, νιώθωντας αίφνης να γίνετα θολή και ασαφής η νοητή διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στο ζωώδες και το ανθρώπινο.