Η καλύβα του Παππού: 10 Απρ 2007

10 Απρ 2007

Λαμπρή


Αντιγράφω από την "Εξοχική λαμπρή" του κυρ-Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη:

"...Αλλά ο πλέον ιδιόρρυθμος πάντων των ψαλτών ήτο ο μπάρμπα-Κίτσος, γηραιός χωροφύλαξ, Χειμαρριώτης, παλαιός τακτικός, λησμονημένος από τας βαυαρικάς εποχάς εν τη νήσω. Αμφέβαλλε και αυτός αν τον είχαν περασμένον εις τα μητρώα· πότε του έστελναν μισθόν, πότε όχι. Εφόρει χιτώνα με ανοικτάς θυρίδας, βραχείαν περισκελίδα μέχρι του γόνατος και τουζλούκια. Ο δήμαρχος του τόπου (διότι υπήρχε, φευ! και δήμαρχος) τον είχε στείλει να κάμει Πάσχα εις τα Καλύβια, δια να φυλάξη δήθεν την τάξιν, καίτοι ουδεμιας φυλάξεως ήτο ανάγκη. Το βέβαιον είναι, ότι τον έστειλε να καλοπεράση πλησίον των ανοιχτόκαρδων εξωμεριτών, οίτινες του ήρεσκον του μπάρμπα-Κίτσου, ας τους έλεγον και «τσουπλακιές» ή «χαλκοδέρες». Εάν έμενεν εν τη πόλει, ο δήμαρχος θα ήτον υπόχρεως να τον φιλεύση τον μπάρμπα-Κίτσον, καθώς τον είχαν κακομάθει οι προκάτοχοί του, έλεγε - να τον φιλεύση κουλούραν και αυγά. Τί έθιμα! Ο μπάρμπα-Κίτσος, αφού ησπάσθη τρις ή τετράκις την τσότραν, ήρχισε να ψάλλη το Χριστός Ανέστη, κατά ιδιάζοντα τρόπον, ως εξής:



Κ’στό - μπρε – Κ’στός ανέστη



εκ νεκρών θανάτων θάνατον μπατήσας



κι εντοις-εντοις μνήμασι



ζωήν, παμμακάριστε!


Και όμως, μεθ’ όλην την ιδιορρυθμίαν ταύτην, ουδείς ποτέ έψαλλεν ιερόν άσμα μετά πλείονος χριστιανικού αισθήματος και ενθουσιασμού, εξαιρουμένου ίσως του γνωστού εν Αθήναις γηραιού και σεβασμίου Κρητός, του ψάλλοντος το «άλαλα τα χείλη των ασεβών...» με την εξής προσθήκην: «Άλαλα τα χείλη των ασεβών, των μη προσκυνούντων, οι κερατάδες! την εικόνα σου τήν σεπτήν…»".



Και θυμήθηκα, εξ αφορμής του υπέροχου "εκ νεκρών θανάτων" του μπάρμπα-Κίτσου, τη διήγηση του μακαρίτη του παπα-Σίλα, θειού του πατέρα μου, πρεσβυτέρου εν Καρύστω Ευβοίας, περί μιας αγράμματης μοναχής, η απλοϊκότητα της οποίας την οδηγούσε στο να οραματίζεται και να αγγίζει την αποκατάσταση των πάντων, ψάλλουσα αντί "Ανέστη Χριστός και πεπτώκασι δαίμονες", το έξοχο:

"Ανέστη Χριστός και πεντακόσιοι δαίμονες".