Η καλύβα του Παππού: 01/01/2009 - 02/01/2009

28 Ιαν 2009

Το σφηνάκι Ντοστογιέφσκι

"(...) Όλα έγιναν πάρα πολύ γρήγορα. Η Έρση ήρθε ένα απόγευμα και σού είπε ότι είμαστε πίσω, έχουμε μείνει πολύ πίσω. Ο γνωστός κόσμος προχωρούσε ακάθεκτος, δεν προλαβαίνουμε με τίποτα, είμαστε καταδικασμένοι. Είχαμε μείνει πολύ πίσω γιατί ο Γεμιστός πήγε στην Ιταλία και τους έψησε για τον Πλάτωνα. Από την στιγμή που ο Γεμιστός πήγε στην Ιταλία μείναμε πάρα πολύ πίσω. Όσοι έμειναν εδώ δεν μπόρεσαν να παρακολουθήσουν τις εξελίξεις, κάθισαν εδώ, αυτό ήταν το λάθος τους. Ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος κάθισε να τον φάνε, αυτό ήταν το λάθος του. Θα μπορούσε να είχε πάει στην Ιταλία και να τους λέει για τον Πλάτωνα, θα είχε προλάβει τις εξελίξεις. Κάθισε να τον φάνε, τι δουλειά είχε με τα στίφη των αγρίων, ήτανμορφωμένο παιδί από τον Μυστρά και θα μπορούσε άνετα να πάει να γίνει καθηγητής στην Ιταλία, να τους λέει για τον Πλάτωνα. Κάθισε να τον σφάξουν κι έτσι μείναμε πίσω, πάρα πολύ πίσω. Έπρεπε να φύγουμε όλοι, μείναμε απελπιστικά πίσω, μείναμε εδώ, είμαστε εδώ πίσω. Έπρεπε να φύγουμε όλοι και να πάμε στην Ιταλία, να γίνουμε καθηγητές. Άνδρες, γυναίκες, παιδιά, κάτι θα είχαμε να διδάξουμε. Θα παίρναμε το πρωινό μας, θα διαβάζαμε τρεις σελίδες Πλάτωνα, θα παίρναμε το ελαφρύ μεσημεριανό μας. Θα μας άκουγαν με ανοικτότο στόμα, θα ήμασταν πολύ μπροστά. Μείναμε πίσω και δεν γίνεται τίποτε, ο Γοδεφρείδος Βιλλαρδουΐνος διάβασε τρεις σελίδες Πλάτωνα και τώρα έχει νοικιάσει όλα τα δωμάτια. Από τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο δεν έμεινε τίποτα ενώ θα μπορούσε να έχει γράψει σαράντα βιβλία, ήταν μορφωμένο παιδί από τον Μυστρά. Η στέψη του έγινε εκεί, ήταν η πιο μελαγχολική στέψη αυτοκράτορα που έγινε ποτέ, όλοι ήξεραν. Κάθισαν να σφαγιασθούν κι έτσι μείναμε πίσω.

Όλα έγιναν πολύ βιαστικά, η Έρση ήρθε έξαλλη ένα απόγευμα και σού είπε ότι δεν αντέχει πια σ' αυτή την κωλοχώρα, σού ανακοίνωσε την απόφασή της να ζει έξι μήνες στο Παρίσι και τα καλοκαίρια στην Σαντορίνη. Δεν άντεχε άλλο αυτή την κωλοπόλη, θα κατέβαινε στο Μαρούσι είκοσι ημέρες το χρόνο. Έπρεπε να το κάνει γιατί είχαμε μείνει πολύ πίσω, δεν υπήρχε περίπτωση να προλάβουμε, δεν προλαβαίναμε με τίποτα. Είχε δικαίωμα να προχωρήσει, να ζήσει κάτι, άλλωστε δεν υπήρχαν πια σύνορα. Έπεφταν συνεχώς οι διαχωριστικές γραμμές, ο κόσμος γινόταν ένας. Είχε δικαίωμα να γίνει κάτι διαφορετικό, να μην μείνει πίσω, είχε το αναφαίρετο δικαίωμα να απολαύσει ελεύθερη τον ενωμένο κόσμο, να κατοικήσει σ ένα πραγματικό κέντρο. Άλλωστε, μη γελιέσαι, Ρέα μου, μόνο εκεί εκτιμούσαν το ελληνικό πνεύμα, διάβαζαν Πλάτωνα πριν πάνε στον ψυχαναλυτή, τον ήξεραν απ' έξω κι ανακατωτά, ιδίως ανακατωτά τον ήξεραν απ' έξω. Από τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο δεν έμεινε τίποτα, μη γελιέσαι, κανείς δεν τον ήξερε, ο ψυχαναλυτής δεν τον ήξερε, δεν έγραψε τίποτα αυτός, κάθισε να του πάρουν το κεφάλι τα στίφη. Αν είχε πάει στην Ιταλία, θα είχε γράψει ένα συμπαθητικό βιβλίο για την ιδανική πολιτεία, κάτι θα είχε μείνει, θα είχε κάνει πολύ καλό στον εαυτό του, θα έπαιρνε ήσυχος το πρωινό του, θα διάβαζε τους σοφιστές, θα έβγαζε τα συμπεράσματά το, θα έπαιρνε το μεσημεριανό του, θα του το έφερναν σε ένα δίσκο, θα σκεφτόταν με αγαλλίαση το βραδινό του.

Όλα έγιναν πάρα πολύ γρήγορα ενώ ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος προσπάθησε για τελευταία φορά να μείνουν όλα όπως ήταν, να παραμείνουν ασάλευτα, όρθια, σιωπηλά, μελαγχολικά, με χαμηλωμένο το βλέμμα. Αυτή ήταν η κληρονομιά του και η Έρση δεν άντεχε άλλο, της ερχόταν το αίμα στο κεφάλι, τα πράγματα έπρεπε να προχωρήσουν, να κινηθεί ο κόσμος, να φθάσει στ' αστέρια, να κατακτηθεί το διάστημα, ο Γεμιστός με τον Γοδεφρείδο Βιλλαρδουΐνο έβαλαν στο μάτι το διάστημα που έμοιαζε ασάλευτο, σιωπηλό, μελαγχολικό, με χαμηλωμένο το βλέμμα, αλλά δεν ήταν καθόλου έτσι, δεν είναι καθόλου έτσι το διάστημα, η ψυχανάλυση του σύμπαντος απέδειξε ότι πρόκειται για ένα χάος που αλλάζει ασταμάτητα κι έτσι ο κόσμος οφείλει να ενωθεί και να γίνει χαοτικός, να αλλάζει συνέχεια, έκαναν πάρα πολύ καλά που έβγαλαν από την μέση τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο. Έκαναν το καθήκον τους γιατί έχει το δικαίωμα η Έρση να απολαύσει το χάος. Θα κατεβαίνει στο Μαρούσι δέκα ημέρες το χειμώνα και το καλοκαίρι θα παίρνει το πλοίο για την Σαντορίνη. Έχει υποχρέωση να ζήσει αυτό το υπέροχο χάος, να μην ξέρει που βρίσκεται, όλα τα μέρη να μπερδεύονται γλυκά, να ενωθεί ο κόσμος, να αναλάβουν επί τέλους οι Γεμιστοί την διαμόρφωση της ιδανικής πολιτείας, της ιδανικής παραίσθησης, να τους αναθέσουν τα τηλεοπτικά κανάλια, να δίνουν οδηγίες στους αστροναύτες, να τους παραδώσουν τα πάντα, έχουν υποχρέωση να τους παραδώσουν τα πάντα. Ο ενώμενος κόσμος πρέπει να γίνει ανοικτό βιβλίο. Κάποτε πρέπει να γραφτεί με μολύβι Faber Castell ότι ο κόσμος είναι ένα παιχνίδι, τα σύνορα μια απάτη, ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος ένα θλιβερός πεισματάρης χωρίς συγγραφικό ταλέντο, οι ψυχαναλυτές το ιερατείο του χάους, το Αιγαίο Πέλαγος ο θησαυρός του τουρίστα Γοδεφρείδου, οι Έλληνες τα ξέφτια της ουτοπίας. Κάποτε θα έρθει η ώρα να γίνουν όλα ακόμα πιο γρήγορα και να μη μείνει τίποτα που να είναι σε θέση να αναγνωρίζει κάτι από τον εαυτό του. Όλοι όσοι επιθυμούν να γίνουν Έλληνες θα χαμηλώσουν το βλέμμα, θα παραμείνουν ασάλευτοι και θα υποδεχθούν αδιαμαρτύρητα τα ταχύτατα στίφη του ενωμένου κόσμου. Στον Μυστρά έγινε η πιο μελαγχολική στέψη, όλοι ήξεραν."

Από τη "Γραμμή του ορίζοντος", εκδ. Εστία


Δεκαπέντε χρονώ, πασχίζαμε να χτίσουμε κι εμείς μια ταυτότητα, τα σπορ δεν μας ταιριάζαν, τρέχαμε στην Ταινιοθήκη και την Αλκυονίδα με το Μάρκο, βλέπαμε Ταρκόφσκι και Παρατζάνωφ. Κι έτσι είδα και κάποια φορά το Βακαλόπουλο, ανταλλάξαμε δυο κουβέντες τυπικές, ο Μάρκος αρκετά πιο πολλές -εκείνος άλλωστε οδηγούσε, εγώ ακολουθούσα- του πήρε και συνέντευξη.
Κάποια χρόνια μετά, είδα το αγαπημένο "Παρακαλώ γυναίκες μην κλαίτε", όπου είχε συμβάλλει στο σενάριο και τη σκηνοθεσία.

Αλλά αυτό που μου γνώρισε κάτι πολύ από το Βακαλόπουλο, γύρω στο '94 με '95, ήταν "Η γραμμή του ορίζοντος". Ήμαστε στην Καισαριανή με τον Παντελή, στο τότε σπίτι του Κυριάκου, κι εκείνος μας διάβαζε μ' επισημότητα, σχεδόν ιερατικά:


"Βότκα, τοματόζουμο, ταμπάσκο, μύδι. Μιά κίτρινη γυναίκα στην άλλη άκρη του πάγκου την κερνάει ένα σφηνάκι, της το φέρνει ο γρήγορος μουστακαλής με το μόνιμο χαμόγελο και της κλείνει το μάτι. Πρώτη φορά βλέπει κόκκινο σφηνάκι, πώς λέγεται; Ντοστογιέφσκι, το πίνει με τη μία, ο μουστακαλής χαμογελάει ικανοποιημένος, η μουσική έχει σταματήσει, το σφηνάκι την στηλώνει και της δίνει μια ώθηση, σηκώνει το κεφάλι και συναντάει το βλέμμα μιας γριας σ' ένα πορτραίτο στον τοίχο.(...)

Υπάρχουν άνθρωποι άλλων εποχών, περασμένων και μελλοντικών. Έχουν αιχμαλωτισθεί στην Ελλάδα, έχουν εγκατασταθεί σ' αυτό εδώ το νησί. Κυνηγάνε μια εικόνα που δεν έχει βρεθεί ακόμα, πάντα έχεις βγει στο κυνήγι μιας εικόνας που κρατάς βαθιά φυλαγμένης μέσα σου, την σκεπάζεις με άλλες εικόνες μέχρι να βγει. Την έχεις δει σε ανύποπτο χρόνο, δεν την πρόσεξες καθόλου τη στιγμή που την έβλεπες, δεν σημαίνει τίποτα απολύτως αυτή η εικόνα, πηγαίνουν τζάμπα και τα λένε στους γιατρούς και ξαπλώνουν στα ντιβάνια, αυτή η εικόνα δεν σημαίνει απολύτως τίποτα κι όμως θέλει να βγει, μπορεί να ξοδέψεις μια ολόκληρη ζωή μόνο και μόνο για να την κάνεις να βγει. Υπάρχει μία εικόνα και είναι αρκετή. Υπάρχει μόνο ένα σφηνάκι, το σφηνάκι Ντοστογιέφσκι. (...)

Υπάρχει μόνο ένα νησί για τον καθένα, πρέπει να το βρει, να μείνει εκεί. Δεν χρειάζεται να βιάζεσαι για την εικόνα, η γριά στον τοίχο βλέπει τα πάντα και δείχνει μεγάλη κατανόηση, το σπίτι της έγινε νυχτερινό κέντρο, τι άλλο μπορεί να της συμβεί; Στις δώδεκα κλείνει η μουσική, ο ξανθός κόσμος είναι λίγο αμήχανος, ο μουστακαλής κουνάει το μαγικό ραβδί κι εμφανίζεται μια κιθάρα από το πουθενά, ο ξανθός κόσμος χειροκροτεί. Παραγγέλονουν όλοι Ντοστογιέφσκι, το μαγαζί έχει κόκκινα μάγουλα, μοιάζει μ' ένα τεράστιο μύδι. Ο μουστακαλής λέει ένα τραγούδι του Μπάτη, το μοναδικό τραγούδι που γράφτηκε ποτέ, μα η φωτιά είναι η φωτιά και η φωτιά είναι λαύρα. Υπάρχει μόνο ένα νησί και μπορείς να το πιεις με μια γουλιά, αν είσαι αποφασιστική, θα το καταφέρεις, η θάλασσα μου τά 'κανε τα σωθικά μου μαύρα. Ο μουστακαλής αρχίζει ένα άλλο τραγούδι, πώς γίνεται να είναι ίδιο με το προηγούμενο, είναι ακριβώς το ίδιο χωρίς να μοιάζει καθόλου. Υπάρχει μόνο ένα τραγούδι, το κυνηγάνε όλα τα τραγούδια και κάποτε θα φανερωθεί, θα ακουστεί ένα βράδυ σαν όλα τα άλλα όταν θα έχουν πιει είκοσι Ντοστογιέφσκι ο καθένας. Υπάρχει ένα νησί κι όλα τα νησιά το νοσταλγούν, υπάρχει μόνο ένα νυχτερινό κέντρο σ' ολόκληρο τον γνωστό κόσμο. Η κίτρινη γυναίκα στρίβει τσιγάρο πάνω στον πάγκο, ο ξανθός κόσμος χειροκροτεί, η γρια στον τοίχο κλείνει το μάτι, χρειάζεται υπομονή, απίστευτη υπομονή. Τζάμπα πηγαίνουν στους γιατρούς και τ' ακουμπάνε, τζάμπα μαυρίζουν κι αναστενάζουν κρυφά στη Σαντορίνη, τζάμπα πηδιούνται μ' όποιον βρεθεί. Γνωρίζουν πολύ καλά ότι υπάρχει μόνο μια εικόνα, νοσταλγούν μια παραλία, ένα νησί."


Ο Χρήστος Βακαλόπουλος ολοκλήρωσε το σύντομο πέρασμά του από τον κόσμο μας στις 29 Ιανουαρίου του '93. Πρόλαβε πολλά, θαρρώ.
"Η γραμμή του ορίζοντος" με κάνει να σκέπτομαι πως σα νά 'χει δίκιο ο παπά-Φιλόθεος, σαν λεέι πως η ζωή δε μετριέται με το στρέμμα.


Εδώ βρήκα ένα κείμενο για το Βακαλόπουλο, γραμμένο με (εμφανώς) πολλή αγάπη.

20 Ιαν 2009

Η σφαγή των αμάχων

Tου Aντωνη Kαρκαγιαννη


Λέγεται ότι η εκεχειρία στη Γάζα ήταν ένα «δώρο» που το Ισραήλ και η Χαμάς επιφύλασσαν στον νέο πρόεδρο των ΗΠΑ, τον Μπαράκ Ομπάμα, επί τη ορκωμοσία του. Αν είναι αλήθεια θα πρόκειται για το πιο μακάβριο «δώρο». Χρειάσθηκε η σφαγή εκατοντάδων αμάχων και η καταστροφή των εστιών τους για να καταλήξουν σε αυτό το μακάβριο «δώρο».

Από την πρώτη στιγμή ετέθη (και μέσα στο Ισραήλ) το ερώτημα: Με ποιο σκοπό εξαπέλυσε, με όλα τα σύγχρονα οπλικά συστήματα, μια τόσο σφοδρή επίθεση; Για να συντρίψουν τη Χαμάς, έλεγαν, επειδή τη θεωρούν τρομοκρατική οργάνωση. Πολλοί παρατηρητές σημείωναν ότι τούτο είναι σχεδόν ανέφικτο γιατί η Χαμάς δεν είναι απλά και μόνο τρομοκρατική οργάνωση, αλλά και πολιτικό - πατριωτικό κόμμα που διαχέεται και διακλαδώνεται μέσα στον λαό των Παλαιστινίων. Μια στρατιωτική επιχείρηση, αυτής της έκτασης και αυτής της ισχύος, για να συντρίψουν τη Χαμάς, μοιραία θα κατέληγε σε επιχείρηση εναντίον του άμαχου πληθυσμού.

Στρατηγικός σκοπός, ο άμαχος πληθυσμός! Το φαινόμενο σημειώνεται σχετικά πρόσφατα, στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ποτέ, και προηγούμενα, δεν έλειψαν οι σφαγές των αμάχων, αλλά πάντοτε συνδέονταν με λεηλασίες, με κατακτήσεις εδαφών ή ως επιβεβαίωση ισχύος και κυριαρχίας. Δεν ήταν αυτοτελής στρατιωτική επιδίωξη.

Αρχισε να είναι αυτοτελής επιδίωξη με τους βομβαρδισμούς του Λονδίνου από τη χιτλερική αεροπορία. Η εξέλιξη των οπλικών συστημάτων είχε καταστήσει στρατηγικό σκοπό τη συντριβή των αμάχων στα μετόπισθεν.

Οι Σύμμαχοι μιμήθηκαν πιστά, αλλά σε μεγαλύτερη κλίμακα, το παράδειγμα των χιτλερικών, βομβαρδίζοντας ανηλεώς τις γερμανικές πόλεις, λίγους μόνο μήνες πριν από το τέλος του πολέμου. Τα θύματα μεταξύ των αμάχων ανήλθαν συνολικά σε εκατοντάδες χιλιάδες και ολόκληρες πόλεις ισοπεδώθηκαν. Η έκταση αυτής της σφαγής και αυτών των καταστροφών απεκρύβη από τους «νικητές» επί δεκαετίες ή παρουσιάσθηκαν ως αντίποινα για αντίστοιχες χιτλερικές ωμότητες. Μόνο τα τελευταία χρόνια αρχίζουν να μελετώνται από τους ιστορικούς και να έρχεται στην επιφάνεια η έκταση και η αγριότητα της «ανθρωπιστικής καταστροφής» Οι ιστορικοί συμφωνούν ότι δεν υπήρχε σχεδόν κανένας στρατιωτικός λόγος για τον βομβαρδισμό των γερμανικών πόλεων. Ο μόνος λόγος ήταν η σφαγή των αμάχων και η καταστροφή των εστιών τους.

Το φαινόμενο κορυφώθηκε, ακολουθώντας την «πρόοδο» των μέσων μαζικής καταστροφής, με τις δύο ατομικές βόμβες στη Χιροσίμα και στο Ναγκασάκι, με περίπου 200.000 θύματα συνολικά. Ηταν η πιο καθαρή και απροκάλυπτη στρατιωτική επίθεση με στόχο μόνο τον άμαχο πληθυσμό επειδή αυτός ο στόχος θεωρήθηκε πιο αποτελεσματικός για τη «νίκη» και το τέλος του πολέμου από οποιαδήποτε άλλη στρατιωτική επιχείρηση. Με στόχο τους αμάχους...

Είναι λυπηρό ότι η επίθεση του Ισραήλ εναντίον της Λωρίζας της Γάζας μιμείται αυτά τα παραδείγματα και κυνικά τα επαναλαμβάνει. Προσωπικά πίστευα και εξακολουθώ να πιστεύω ότι η ύπαρξη του Ισραήλ στη Μέση Ανατολή είναι μια πολυσήμαντη ιστορική παρέμβαση, πολιτική και πολιτισμική ταυτόχρονα. Γεγονότα όπως η επιδρομή εναντίον της Λωρίδας της Γάζας και η κυνική σφαγή των αμάχων ακυρώνουν και τελικά καταστρέφουν οποιονδήποτε ρόλο.

Στο ίδιο το Ισραήλ έχουν αρχίσει να ρωτούν: Ποιος τελικά ήταν ο σκοπός αυτής της επιδρομής; Για την ώρα το μόνο αποτέλεσμα είναι η σφαγή των αμάχων...

Από τη σημερινή "Καθημερινή"

Ο ψυχικός συγκλονισμός του θεατή είναι αναπότρεπτος.

Μια δημιουργία που, άπαξ και διασταυρωθείς μαζί της στο διάβα του βίου, αλλάζεις βαθιά...

13 Ιαν 2009

Είναι μυστηριακό, απίθανο, εξαίσιο... Έτσι είναι η Τέχνη.

Και με κάνει να βουρκώνω.

Ιδού πώς κάποιος φωτισμένος δημιουργός συνέλαβε, ήδη από εικοσαετίας και βάλε, τα αδιέξοδα και το κατρακύλημα της νέας γενιάς σε βίαιους τρόπους αντίδρασης απέναντι σε μια κοινωνία σε βαθιά κρίση. Γιατί και τότε συνέβαιναν έκτροπα, αν και σε μικρότερη κλίμακα.

Στο δεύτερο απόσπασμα φαίνεται και η θεραπεία που προτείνει.

Κι όλα αυτά με τον υπαινικτικό, μεστό λόγο της Μεγάλης Τέχνης...



10 Ιαν 2009

Ως συνέχεια, δύο κείμενα του Π. Μανδραβέλη

«Στρακαστρούκες» και «προκλήσεις»

Tου Πασχου Μανδραβελη / pmandravelis@kathimerini. gr

Είναι φρικτά όσα διαδραματίζονται στη Γάζα και στο αίμα δεν χωράει συμψηφισμός. Οχι μόνο στον αριθμό των νεκρών, αλλά κι εξαιτίας της διαφορετικής θέσης που έχουν οι δύο αντιμαχόμενες πλευρές. Το Ισραήλ είναι μια δυτική δημοκρατία, η οποία έχει κατ’ ουσία να αντιμετωπίσει ένα ιδιότυπο πρόβλημα τρομοκρατίας. Οι ρουκέτες που εκτοξεύουν οι «τρελοί του Θεού» τρομοκρατούν, και παρά το γεγονός ότι είναι μικρής ισχύος δημιουργούν ανασφάλεια στον πληθυσμό. Δεν είναι μικρό πράγμα να περπατάς στον δρόμο και ξαφνικά να σκάει δίπλα σου μια ρουκέτα και φυσικά δεν είναι ευχάριστο να ζεις υπό το καθεστώς της διαρκούς απειλής. Εστω κι από ρουκέτες μικρής ισχύος.

Ομως το Ισραήλ είναι δημοκρατία και από τις δημοκρατίες μάθαμε να ζητάμε αυτοσυγκράτηση. Ακόμη και όταν απειλούνται ή δέχονται επίθεση. Οχι για ηθικούς λόγους, αλλά για πολύ πρακτικούς. Διδαχθήκαμε από την ιστορία ότι η βία δεν λύνει προβλήματα, αλλά τα διογκώνει. Και επειδή οι δημοκρατικές χώρες έχουν ένα επίπεδο μεγαλύτερης ωριμότητας, απ’ όσο ο κατσαπλιάδες της Χαμάς, περιμένουμε από τις δημοκρατίες να κάνουν τη δύσκολη δουλειά. Πρέπει να βρίσκουν ευφάνταστους τρόπους για να τερματιστεί η βία. Φταίνε, δεν φταίνε. Περιμένουμε από οργανωμένες χώρες να λειτουργούν όπως οι αστυνομικοί στις οργανωμένες κοινωνίες. Να αμύνονται, αλλά χωρίς υπερβολική βία. Να επιβάλλουν το νόμιμο, όχι όμως με μέτρα που πλήττουν δικαίους και αδίκους, αμάχους και παρανόμους. Δεν είναι εύκολη δουλειά, όπως και η δουλειά των αστυνομικών δεν είναι εύκολη. Ομως, από οργανωμένα κράτη και σε οργανωμένες κοινωνίες περιμένουμε να γίνουν τα αδύνατα, δυνατά. Να γίνουν όλα εκείνα τα βήματα που θα σπάσουν τον κύκλο της βίας.

Στην Ελλάδα, βέβαια, έχουμε ένα περίεργο τρόπο θεώρησης του Μεσανατολικού. Το θυμόμαστε μόνο σαν κινηθεί το Ισραήλ. Το άλλο παράδοξο είναι ότι αυτοί που μπήγουν τις γοερότερες κραυγές για τη σκληρή πολιτική του Ισραήλ είναι οι κήρυκες της σκληρής πολιτικής απέναντι στον «Δαβίδ» της δικής μας διαμάχης, απέναντι στην ακατονόμαστη βόρειο γείτονά μας. Εκείνοι που θρηνούν για τον αποκλεισμό της Γάζας ήταν οι πιο ένθερμοι χειροκροτητές του ελληνικού εμπάργκο κατά της «Φυρομίας».

Εντάξει! Καταλαβαίνουμε πως είναι διαφορετικό να σου ρίχνουν ρουκέτες στο κεφάλι και διαφορετικό να σου πετούν προσβολές του στυλ «εμείς είμαστε απόγονοι των αρχαίων Μακεδόνων», αλλά υπάρχει μια συνομοταξία αριστερών που θυμούνται τον διεθνισμό μόνο σε ό,τι αφορά τους συμμάχους των ΗΠΑ. Το άλλο παράδοξο είναι ότι από τη μια ελεεινολογούν το Ισραήλ, τη σκληρή πολιτική του, και από την άλλη εκφράζουν τον ανυπόκριτο θαυμασμό τους: «Θα επέτρεπε ποτέ το Ισραήλ να γίνει αυτό;» Υποβαθμίζουν την απειλή της Χαμάς, με εκφράσεις του στυλ «εκτόξευσαν λίγες ρουκετούλες» (sic), ή «αμόλησαν μερικές στρακαστρούκες», αλλά θεωρούν μέγιστη πρόκληση το να ονομαστεί ένα γήπεδο «Βασιλέας Φίλιππος ο Β΄».

Ευτυχώς δεν θα μάθουμε ποτέ, αλλά θα είχε ενδιαφέρον να ξέραμε τι θα ζητούσαν από την ελληνική κυβέρνηση, αν ο δικός μας γείτονας αντί για «προκλήσεις», εκτόξευε σε τακτά χρονικά διαστήματα μερικές πραγματικές «ρουκετούλες» σε μια ακτίνα μέχρι τη Λάρισα.


Της Χαμάς τους ο χαβάς…

Tου Πασχου Μανδραβελη / pmandravelis@kathimerini. gr

Είπαμε ότι οι δημοκρατίες είναι πιο ανεκτικές, απ’ ό, τι καθεστώτα ανεγκέφαλων φανατικών που σπρώχνουν τους λαούς στην καταστροφή, αλλά ποιο είναι το όριο της ανοχής των; Μέχρι της αυτοκαταστροφής των ίδιων των δημοκρατιών; Σύμφωνοι! Ο παλαιστινιακός λαός εξέλεξε τη Χαμάς και η επιλογή του είναι σεβαστή, αλλά αυτό σημαίνει ότι πρέπει και να τη χειροκροτούμε; Ή μήπως να τη χρηματοδοτούμε χωρίς καν να ελέγχουμε τι γίνονται τα λεφτά που στέλνουμε;

Μια από τις αριστερές μπαρούφες που άκριτα διακινούνται στον δημόσιο διάλογο είναι ότι ΗΠΑ και Ευρώπη σταμάτησαν να χρηματοδοτούν τους Παλαιστινίους μόλις αυτοί εξέλεξαν τους «τρελούς του Θεού» στην εξουσία: «Τιμωρούν τον παλαιστινιακό λαό για τις επιλογές του», είναι το σύνθημα που διαρκώς επαναλαμβάνεται μέχρι που έγινε σκληρό δόγμα. Και με αυτή τη στρεβλή λογική ρίχνουν και τις αντιευρωπαϊκές βολές: «Δεν σας τα λέγαμε εμείς; ΕΟΚ και ΝΑΤΟ είναι το ίδιο συνδικάτο. Η Ευρώπη ξεσκεπάστηκε και ακολουθεί την πολιτική των ΗΠΑ».

Το πρώτο ερώτημα, βέβαια, σ’ αυτού του τύπου τις αιτιάσεις είναι: Και τι ακριβώς έπρεπε να κάνει η Δύση μετά το ανεπιθύμητο γι’ αυτήν αποτέλεσμα; Να αυξήσει τη χρηματοδότηση; Να σκεφθεί ότι τώρα, λόγω Χαμάς, οι Παλαιστίνιοι θα έχουν περισσότερα έξοδα για ρουκέτες και θα πρέπει να δώσουν κάτι παραπάνω; Να πουν «μπράβο, παιδιά, που εκλέξατε αυτούς που θέλουν την καταστροφή του Ισραήλ και να… Εμείς δεν σας τιμωρούμε, αλλά πάρτε και κάτι επιπλέον για να εξοπλιστεί καλύτερα η Χαμάς»;

Τα παραπάνω δεν είναι σχήμα λόγου, είναι η διαμάχη που έχουν οι χρηματοδότριες χώρες με τους εκλεγμένους των Παλαιστινίων. Η Χαμάς θέλει τη βοήθεια εν λευκώ, οι χρηματοδότες θέλουν να εξασφαλίσουν ότι τα λεφτά τους δεν θα γίνονται εκρηκτικά για να ανατινάζονται παιδάκια σε ισραηλινά λεωφορεία. Κι εξάλλου, όταν ένας λαός λιμοκτονεί –κατά πώς λένε τα ελληνικά ΜΜΕ– ξοδεύεις και την τελευταία πεντάρα σε τρόφιμα, δεν αγοράζεις πυραύλους για να τους εκτοξεύεις σ’ αυτούς που σε αδίκησαν. Κινητοποιείς τον λαό να ικανοποιήσει τις ζωτικές του ανάγκες, δεν ρίχνεις το βάρος στη στρατολόγηση αμούστακων παλικαριών για να γίνουν «μάρτυρες». Οργώνεις όση γη κατέχεις, δεν φτιάχνεις τούνελ για τη μεταφορά οπλισμού.

Σε κάθε πόλεμο οργιάζει η εκατέρωθεν προπαγάνδα. Την ισραηλινή τη βλέπουμε και ορθώς την επικρίνουμε με σφοδρότητα. Αυτή έχει να κάνει κυρίως με την πολιτική τους στα κατεχόμενα. Ολο δηλώνουν ότι αποσύρονται στα σύνορα του 1967 και όλο κάποιοι δικοί τους ανεγκέφαλοι επεκτείνουν τους οικισμούς.

Από την άλλη, όμως, υπάρχει και η προπαγάνδα της Χαμάς, που χρησιμοποιεί το δράμα ενός λαού για να επιτύχει τα έτσι κι αλλιώς ανεδαφικά θρησκευτικο–πολιτικά της οράματα. Η στρατηγική της είναι η θυματοποίηση των Παλαιστινίων, για να μπορούν να δείχνουν νεκρά μωρά στην τηλεόραση. Σύμφωνοι! Το Ισραήλ φέρει το μεγαλύτερο μερίδιο ευθύνης για όσα γίνονται. Αλλά αυτό δεν αθωώνει τους Χανίγια και άλλους θρησκόληπτους αυτού του κόσμου.

Στην Ελλάδα, το πρόβλημα για μια ακόμη φορά είναι ο δαλτονισμός στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης. Είπαμε: Το πρώτο θύμα ενός πολέμου είναι η αλήθεια, αλλά τόσοι πρόθυμοι θύτες δεν υπάρχουν ούτε στα παλαιστινιακά εδάφη.


3 Ιαν 2009

Γέννησε η μαρτυρική Μέση Ανατολή έναν Γιάσερ Αραφάτ, αγωνιστή, άνθρωπο-σύμβολο, που έχει ήδη καταχωρηθεί στα βιβλιά της Ιστορίας- μεταξύ άλλων, γιατί κλώτσησε ευκαιρίες σημαντικών συμβιβασμών και εκμεταλλεύτηκε την αγωνία και τον καημό των ανθρώπων του, τάζοντάς τους εκείνα που, ήξερε καλά, δεν ήταν και δεν θα ‘ναι δυνατόν να γίνουν πράξη ποτέ: Πρωτεύουσα του παλαιστινιακού κράτους, να είναι η Ιερουσαλήμ.

Γέννησε έναν Αριέλ Σαρόν, άνθρωπο που έχει περάσει στα κατάστιχα της Ιστορίας σαν «Χασάπης», ήδη από τα χρόνια του ’80, όταν ήταν Υπουργός Άμυνας του Ισραήλ και βοήθησε τους Λιβανέζους Φαλαγγίτες στις φρικτές σφαγές της Σάμπρα και της Σατίλα.

Γέννησε πολλούς, που βαδίζουν στα ίδια χνάρια. Κι ακόμη περισσότερους, κι από τις δυο πλευρές, που τα ονόματά τους δεν θα καταγραφούν σε κανένα ιστορικό εγχειρίδιο – είναι γιατί οι καημοί και οι πόθοι, τα δάκρυα κι η αγωνία των απλών ανθρώπων, που δεν έχουν αξιώματα και τίτλους, δεν ενδιαφέρουν αρκετά, ώστε να αξίζουν μια μνεία στα ιστορικά εγχειρίδια.

Κι αυτοί, οι πολλοί, είναι μπλεγμένοι σ’ έναν ατέλειωτο φαύλο κύκλο από αίμα και βία, έρμαια της απόγνωσής τους και των φαντασιώσεων δύναμης και μεγαλείου του κάθε μικρού ή μεγάλου πολέμαρχου- κι υπάρχουν πολλοί τέτοιοι, που δεν βρίσκουν καλύτερο απ’ τον πόλεμο: Χάρη σ’ αυτόν υπάρχουν και είναι κάποιοι.

Στο έξοχο βιβλίο «From Beirut to Jerusalem», ο Thomas L. Friedman, Αμερικανοεβραίος δημοσιογράφος, που έζησε από κοντά τον εμφύλιο του Λιβάνου, αναφέρει το παρακάτω αποκαλυπτικό γεγονός:

Η Βηρυττός, ρημαγμένη, χωρισμένη στα δυο, κάθε βράδυ κοιμάται ανήσυχο ύπνο, που τον ταράζουν οι ρίψεις όλμων κι απ’ τις δυο μεριές.

Μετρά ήδη εννιά χρόνια σπαραγμού, κι οι κάτοικοι δεν το αντέχουν άλλο. Οργανώνουν μια μεγάλη πορεία ενάντια στον πόλεμο, διεκδικώντας να πάρουν πίσω τη ζωή τους και την πόλη τους.

Το βράδυ πριν την πορεία, η Βηρυττός συγκλονίζεταιε από τις εκρήξεις μιας λυσσαλέας ανταλλαγής όλμων, τόσο που με λύπη οι οργανωτές αποφασίζουν να ματαιώσουν την πορεία. Μόνο δυο φανταράκια του Λιβανικού στρατού εμφανίζονται τηνεπομένη στην αφετηρία, δεν έμαθαν τα της ματαίωσης.

Το ίδιο βράδυ, η πόλη θα γνωρίσει ίσως την πιο ήσυχη νύχτα που είχε ζήσει καθ’όλη τη διάρκεια του εμφυλίου-χωρίς να έχουν συνεννοηθεί, οι εκατέρωθεν πολέμαρχοι μοάζουν να συμφωνούν στο ότι ο στόχος έχει επιτευχθεί και ότι τίπτε δεν απειλεί το status quo του πολέμου, που τους είναι τόσο απαραίτητος.

...................................

Τα λεβεντόπαιδα της Χαμάς και της Χεζμπολλάχ, αλλά και τα ισραηλινά νεγκατίφ τους, κλεισμένοι στα κοστούμια και τις στολές με τα παράσημα, υπάρχουν, επιβεβαιώνονται, εκλέγονται σε θέσεις εξουσίας, χάρη στη βία και τη σφαγή. Δεν θ’ αφήσουν εύκολα να ειρηνεύσει ο τόπος.


Στην τωρινή συγκυρία, με δεδομένο το άνισο της σύγκρουσης, το Ισραήλ παίζει αυτό το ρόλο του θύτη. Στο κάτω-κάτω, δεν κατάφερε η Χαμάς να γίνει η εκλεγμένη κυβέρνηση των Παλαιστινίων της Γάζας από μόνη της – οι ισραηλινές ακρότητες, οι εποικισμοί, το τείχος, ο συνεχιζόμενος αποκλεισμός, όλα ήταν βούτυρο στο ψωμί των ηγετών της.

Κι όσο κι αν δεν έχω καμμιά αμφιβολία για το τι θα έπρατταν οι μάγκες της Χαμάς αν είχαν τη δύναμη πυρός των Ισραηλινών, η ανισότητα της σύγκρουσης δεν παύει να σοκάρει και να βάζει σε σκέψεις για το τι τελικά έχει κατά νου η Ισραηλινή ηγεσία. Ίσως να έχουν αποφασίσει από καιρό να εφαρμόσουν κάποιου είδους «Τελική Λύση».

Αυτά, όμως, είναι γνωστά. Αυτό που με βασανίζει εμένα, είμαστε εμείς, εμείς και οι διαμαρτυρίες μας.

Tη στιγμή αυτή, οι διαμαρτυρίες για την Ισραηλινή βία είναι επιβεβλημένες. Όσο κι αν το ζητά ο ψυχισμός μας, όμως, σχηματικοί "καλοί" και "κακοί" δεν θα βρεθούν, τέτοιοι όπως τους έχουμε ανάγκη για να κοιμόμαστε ήσυχοι και να μη βλέπουμε πως όλοι είναι δυνατόν -και συχνά εύκολο- να γλιστρήσουμε στην κτηνωδία. Δεν βλέπω να έχουμε την ωριμότητα να καταδικάσουμε τη βία και τις ακρότητες της άλλης πλευράς, ακόμα κι ότανπρόκειται για τυφλά χτυπήματα, επιθέσεις αυτοκτονίας σε λεωφορεία και μπαρ.
Άραγε, γιατί; Η βία του Ισραήλ και η βία των Χαμάς, Χεζμπολλάχ, κλπ, διαφέρουν ποσοτικά- κι αυτό έχει τη σημασία του. Ποιοτικά, πόσο διαφέρουν;

Δεν θα είμαι politically correct: Εμείς… όπως είμαστε αντι-αμερικανοί, έτσι είμαστε κι αντι-Ισραηλινοί, εδώ και πολλά χρόνια- αυτά τα δυο πάνε μαζί, άλλωστε.

Οι συλλογικοί μας μύθοι, και οι ποικίλοι ιστορικοί μας εθισμοί, μας το επιβάλλουν. Τη στάση μας, των απλών πολιτών, συχνά καθορίζουν τα πάσης φύσεως απωθημένα μας, ή τα εξαρτημένα αντανακλαστικά μας- κι ας το παραδεχτούμε: στον τρόπο που σκεπτόμαστε υπάρχει ένας καλά ριζωμένος αντισημιτισμός, που δεν αφορά μόνο τον κ. Καρατζαφέρη και την παρέα του, αλλά ακόμα και τους παρ’ ημίν προοδευτικούς (τα πιθανά εισαγωγικά τα αφήνω στη διακριτική ευχέρεια του αναγνώστη).


Και διερωτώμαι: όταν η στάση μας απέναντι στη βία είναι προϊόν σχετικισμού, όσο δεν καταδικάζουμε τη βία γενικώς και ανεξαιρέτως, από όπου κι αν προέρχεται, συμβάλλουμε άραγε στη λύση της τραγωδίας; Ή μήπως το αντίθετο;

Φοβάμαι πως έτσι συμβάλλουμε στη διαιώνιση της φρίκης. Όντας έτοιμοι να δικαιώσουμε τις ακρότητες στις οποίες προβαίνει ή θα προβεί η πιο αδύναμη πλευρά της σημερινής σύγκρουσης, συμμετέχουμε στην προετοιμασία της αυριανής αντιστροφής της, όταν τα σημερινά θύματα ή ίσως οι κληρονόμοι τους - γνήσιοι ή ψευδεπίγραφοι, ειλικρινείς ή κάπηλοι μου είναι αδιάφορο - θα έχουν τη δύναμη να ξεπληρώσουν - και με τόκο- τη βία του σήμερα. Φοβάμαι πως θα έχουν υιοθετήσει τον κυνισμό, τη ρητορική και την αγριότητα των σημερινών διωκτών τους.