«Γκέτο» εξαθλιωμένων μεταναστών
Στα όρια της ανθρωπιστικής κρίσης οι συνθήκες διαβίωσης περίπου τριών χιλιάδων ξένων εργατών στην περιοχή της Αρτας
Του Σπύρου Καραλη
Μετά την αποκάλυψη της «Κ» την περασμένη Πέμπτη για τις συνθήκες διαβίωσης των ξένων εργατών στην Αρτα και την άγρια εκμετάλλευση που υφίστανται από δουλέμπορους και ορισμένους πορτοκαλοπαραγωγούς, τοπική κοινωνία και τοπικές αρχές παρακολουθούν αμήχανοι την κατάσταση, αδυνατώντας να διαχειριστούν ένα πρόβλημα που δίχως καμία διάθεση υπερβολής αγγίζει τα όρια της ανθρωπιστικής κρίσης. Οι περισσότεροι μετανάστες έπειτα από ένα δίμηνο (τουλάχιστον) κακουχιών και εξαντλητικής εργασίας είναι άρρωστοι από φυματιώσεις, πνευμονίες και άλλες σοβαρές ασθένειες, με καταπληγιασμένα σώματα από παρασιτικές μολύνσεις και σηψαιμικά συμπτώματα εξαιτίας, κυρίως, της παντελούς έλλειψης υγιεινής. Η κατάσταση είναι εκτός ελέγχου και η σοβαρότητα της κρίσης απαιτεί συγκροτημένη επιχείρηση παροχής ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης από το υπουργείο Υγείας και Πρόνοιας, ειδάλλως κινδυνεύει η ζωή των ανθρώπων αυτών, ενώ είναι ορατός και ο κίνδυνος εκδήλωσης επιδημιών στην ευρύτερη περιοχή.
Σάββατο βράδυ σε μια παλιά αποθήκη λίγο έξω από την πόλη, οι εικόνες σοκάρουν ακόμη και τον πλέον ψύχραιμο και αποστασιοποιημένο παρατηρητή. Καμιά σαρανταριά Αφγανοί, ξαπλωμένοι καταγής ανάμεσα σε κάθε λογής μικροπράγματα που τους έδωσαν ή βρήκαν στα σκουπίδια, τυλιγμένοι με κουβέρτες, προσφορά εκείνων που δεν τους αντιμετώπισαν σαν ζώα, κοιτάζουν σαστισμένοι. Νομίζουν ότι είμαστε γιατροί. «Ντόκτορ, αυτός μπιγκ πρόμπλεμ». Δείχνουν με τα δάχτυλά τους προς όλες τις κατευθύνσεις και δεν ξέρεις πού να πρωτοκοιτάξεις. Νεαρά παιδιά, 12, 14, 15, 18 ετών σε απόγνωση που ελπίζουν ακόμη (επί ματαίω;) σε λίγη ανθρωπιά και στοιχειώδη φροντίδα. «Αυτό που βλέπετε είναι πολυτέλεια. Οταν πρωτοήρθαν στην περιοχή τον Νοέμβριο ήταν ξυπόλητοι, με κοντομάνικα και κοιμόντουσαν στα χωράφια, χωρίς κουβέρτες, χωρίς παπούτσια, χωρίς τίποτα μέσα στο κρύο», μας λέει ο παπα-Χαράλαμπος, εφημέριος στη Γραμμένιτσα, ένας εκ των επτά ιερέων που υπέγραψαν την επιστολή-ράπισμα στο προσωπείο της κοινωνικής Ελλάδας του 21ου αιώνα.
Ο π. Χαράλαμπος, με άλλους τρεις παπάδες βρίσκεται εκεί για να μοιράσει κουβέρτες και τρόφιμα. «Μετά το δημοσίευμα της «Κ» έχει δημιουργηθεί σάλος στην περιοχή. Τους λένε να φύγουν από την Αρτα, να πάνε στην Αθήνα. Να φύγει δηλαδή το πρόβλημα από την περιοχή. Το πού θα πάνε οι άνθρωποι αυτοί κι αν πεθάνουν στον δρόμο έτσι άρρωστοι και καταβεβλημένοι που είναι, δεν αφορά κανέναν. Αρκεί να κρυφτεί το πρόβλημα, να μη φαίνεται. Αυτή είναι η Ελλάδα...» λέει.
Σε μια γωνία της αποθήκης ένας νεαρός, διπλωμένος στα δύο, δεν μπορεί να κουνηθεί από τον πυρετό και τους πόνους. Δείχνει να μην έχει επαφή με το περιβάλλον. Οι σύντροφοί του, ανήσυχοι επειδή η κατάστασή του είναι σοβαρή, επιχειρούν να σηκώσουν το παντελόνι για να μας δείξουν τις κακοφορμισμένες πληγές που έχει από το γόνατο και κάτω, και να μας πείσουν ότι πρέπει να μεταφερθεί στο νοσοκομείο. Σφαδάζει, παρά τις προσεκτικές κινήσεις των φίλων του. «Χοσπιτάλ, χοσπιτάλ», λένε, αλλά ποιο «χοσπιτάλ» και ποια «ιατρική φροντίδα»; Το νοσοκομείο της Αρτας δεν έχει δερματολόγο και παρά τα εκτεταμένα δερματικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι περίπου τρεις χιλιάδες ξένοι εργάτες, ουδείς ενδιαφέρθηκε να συντάξει κάποιο υπόμνημα για να έλθουν δερματολόγοι από άλλους νομούς και να αντιμετωπίσουν την κατάσταση. Οσον αφορά την ιατρική φροντίδα, ούτε λόγος. Είναι ανύπαρκτη.
Οι ιερείς, τελικά, ενημερώνουν το ΕΚΑΒ και καλούν ασθενοφόρο να παραλάβει όσους δεν μπορούν να περπατήσουν, τους υπόλοιπους θα τους μεταφέρουν οι ίδιοι με τα αυτοκίνητά τους. Λίγη ώρα αργότερα, τα επείγοντα περιστατικά του νοσοκομείου γεμίζουν από ρακένδυτους καταπληγιασμένους Αφγανούς. Εμβρόντητοι γιατροί και νοσηλευτικό προσωπικό μπροστά στο θέαμα παγώνουν, δεν ξέρουν τι να κάνουν. Ρωτούν περισσότερο για να σπάσουν την αμηχανία τους «ποιοι είναι οι συνοδοί». Οι ιερείς απαντούν «εμείς» για να δεχθούν αμέσως μετά την (πώς να τη χαρακτηρίσει κανείς;) ερώτηση από νεαρή γιατρό. «Γιατί τους φέρατε στο νοσοκομείο; Δεν ξέρετε ότι έχουν ασθένειες;».
Κυριαρχούν ρατσισμός, υποκρισία, αδιαφορία και σκληρότητα...
Από τον Νοέμβριο τα καρτοτηλέφωνα της Αρτας και των χωριών του νομού έχουν κυριολεκτικά καταληφθεί από τους ξένους εργάτες. Με μια κουβέρτα για να προφυλαχθούν από το βραδινό κρύο, το πρώτο πράγμα που κάνουν αμέσως μετά τη δουλειά καθ’ οδόν για τα υποτυπώδη καταλύματα δεν είναι να φάνε, αλλά να τηλεφωνήσουν στην πατρίδα τους, στις οικογένειές τους, στις μητέρες και στις γυναίκες τους. «Η τηλεκάρτα είναι η σύνδεση με τη ζωή. Προτιμούν να μη φάνε για να αγοράσουν τηλεκάρτες και να επικοινωνήσουν με τους δικούς τους χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά, στο Αφγανιστάν ή στο Πακιστάν», εξηγούν οι ιερείς.
«Μιλάμε για ένα κανονικό δουλεμπόριο, για δουλέμπορους και δούλους και απορώ. Δεν υπάρχει ευνομούμενη πολιτεία με τα αρμόδια όργανά της να κάνει κάτι για τους ανθρώπους αυτούς; Γιατί να είναι μια ολόκληρη περιοχή στην ομηρία των δουλεμπόρων;», συμπληρώνει ο π. Χαράλαμπος και καταλήγει «Εκανα το καθήκον μου σαν παπάς. Εντάξει. Πήγα μερικές κουβέρτες και κάτι τρόφιμα από τις αποθήκες μου και είμαι καλός χριστιανός. Εχω ήσυχη τη συνείδησή μου, γιατί υποτίθεται ότι έκανα το καθήκον μου και μπορεί να πάω και στον Παράδεισο. Και ο άλλος έδωσε κι αυτός το κατιτίς του, οπότε και αυτός είναι καλός χριστιανός και αυτός θα πάει στον Παράδεισο. Και ο αστυνομικός επίσης έκανε το καθήκον του και ο τάδε και ο δείνα. Δεν είναι όμως έτσι. Θα πρέπει επιτέλους να αναγνωρίσουμε ότι σαν κοινωνία πάσχουμε από μια βαρύτατη ασθένεια που έχει πολλά ονόματα. Ρατσισμός, υποκρισία, αδιαφορία, σκληρότητα... Είναι άπειρες οι ονομασίες της ασθένειάς μας».
Τη λένε τρελή επειδή βοηθάει...
«Φοβάμαι ότι δεν θα βοηθήσει τα Αφγανάκια αν γράψετε για μένα. Ξέρετε, εδώ στην Αρτα με λένε τρελή». Λέγεται Ευαγγελία Ζήση, συνταξιούχος δασκάλα, και είναι η «ιδιαίτερη» περίπτωση της πόλης, συγκεντρώνοντας τα ειρωνικά σχόλια των συμπολιτών της. Η κ. Ζήση, πέραν των άλλων προβλημάτων που αντιμετωπίζει, πάσχει και από ανίατη ασθένεια που επιδεινώνεται καθημερινά. Τίποτα όμως από τα δεινά αυτά δεν την εμποδίζει να βρίσκεται εδώ και 47 ημέρες, από τα ξημερώματα μέχρι τα μεσάνυχτα, κοντά στους νεαρούς μετανάστες και στις ανάγκες τους. Πηγαίνει τρόφιμα, κουβέρτες και ρουχισμό, πατάει ξυπόλυτη «όπου και εκείνοι πατούν ξυπόλυτοι» και συγκεντρώνει βοήθειες. Βλέποντας τη γυναίκα αυτή, τον αγώνα της και την αγάπη που κρύβει μέσα της, δεν μπορείς να μην αναρωτηθείς: ποιοι είναι τελικά οι ψυχικά διαταραγμένοι του κόσμου αυτού; Η κυρία Ζήση ή εμείς, οι επαναπαυμένοι στις αξιούλες και τα ηχηρά κενά μας;
Η Τεχνητή Νοημοσύνη στην Επιστημονική Φαντασία
-
Το κείμενο που ακολουθεί ήταν η εισήγησή μου στην ημερίδα "Τεχνητή
Νοημοσύνη και Πολιτισμός", που πραγματοποιήθηκε σήμερα στο Μουσείο Ακρόπολής
Η σχέση ...
Πριν από 3 εβδομάδες
2 σχόλια:
Mια χαρά τη βλέπω την κυρία Ζήση. Το ρητορικό ερώτημα μου θυμίζει "Θάλαμο Νο. 6" του Tσέχωφ.
:)
κακοφορμισμένη πληγή η ελληνική κοινωνία...
Δημοσίευση σχολίου